Search
Close this search box.

Συνέντευξη Γενικού Διευθυντή ΙΝΣΒΕ Δρ. Χρήστου Γεωργίου: “Δίχως τους συναδέλφους μηχανικούς, δεν θα υπήρχε βιομηχανία!”

GEORGIOU

Αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα των ελληνικών επιχειρήσεων -και δη αυτών της Κεντρικής Μακεδονίας – στις αλλεπάλληλες κρίσεις, διαπιστώνει ο Γεν. Διευθυντής του Ινστιτούτου Συνδέσμου Βιομηχανιών Ελλάδος Δρ. Χρήστος Γεωργίου. Μιλώντας στο blog του ΤΕΕ/ΤΚΜ τονίζοντας πως τώρα είναι η ώρα για βήματα ενίσχυσης της εξωστρέφειας, αλλά και για άμβλυνση περιφερειακών ανισοτήτων. Ο ίδιος επισημαίνει τον σημαντικό ρόλο των μηχανικών στη Βιομηχανία, αλλά και τη σημασία των σύγχρονων υποδομών στην προσέλκυση επενδύσεων.

Ακολουθεί ολόκληρη η συνέντευξη:

Σύμφωνα με το ΙΝΣΒΕ, η Ελλάδα στο διάστημα 2019-2023 ανέβηκε εννέα θέσεις στην παγκόσμια κατάταξη ανταγωνιστικότητας της οικονομίας. Πόσο ανταποκρίνεται αυτή η μεταβολή σε μια πραγματική διάχυση της ανταγωνιστικότητας, για το σύνολο της πραγματικής οικονομίας και πόσο οφείλεται σε ανάπτυξη μόνο περιορισμένου φάσματος σε συγκεκριμένους τομείς; 

Πράγματι η χώρα μας ενώ το 2019 βρισκόταν στην 58η θέση μεταξύ 64 χωρών, το 2023 βρίσκεται στην 49η θέση. Η μέτρηση της ανταγωνιστικότητας μιας χώρας, είναι η συνισταμένη πολλών παραγόντων. Το International Institute Development (IMD) το οποίο είναι ένα από τα κορυφαία Business Schools στον κόσμο και το οποίο εκδίδει την «Παγκόσμια Επετηρίδα Ανταγωνιστικότητας» εξετάζει περίπου 340 δείκτες για να εξάγει την τελική κατάταξη των χωρών, με κριτήριο τη διεθνή τους ανταγωνιστικότητα. Η ανάπτυξη των επιμέρους τομέων της οικονομίας, η μείωση της ανεργίας και η ψηφιοποίηση των λειτουργιών της δημόσιας διοίκησης, μαζί με την άρση της πολιτικής αβεβαιότητας και της μείωσης του «επενδυτικού ρίσκου» της χώρας, είναι σημαντικοί παράγοντες που δικαιολογούν τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της χώρας μας.

Σε κάθε περίπτωση, αυτό που θα πρέπει να κατανοήσουμε από την ανάγνωση των αποτελεσμάτων της «Παγκόσμιας Επετηρίδας Ανταγωνιστικότητας» του IMD, είναι ότι η Ελλάδα έχει τις δυνατότητες να δημιουργήσει σημαντικές αναπτυξιακές προοπτικές τα επόμενα χρόνια.

Και όπως τόνισε η Πρόεδρος του ΣΒΕ κα Λουκία Σαράντη κατά τη δημοσιοποίηση των σχετικών αποτελεσμάτων: Η συνέχιση των μεταρρυθμίσεων, και μάλιστα με εντατικότερους ρυθμούς απ’ ότι στο παρελθόν, αποτελεί την προϋπόθεση για την έμπρακτη αλλαγή του παραγωγικού υποδείγματος.

Σημαντικά ζητήματα όπως: ο πληθωρισμός, το δημογραφικό πρόβλημα, η έλλειψη εξειδικευμένων εργατικού δυναμικού, η ενίσχυση της διεθνοποίησης και της εξωστρέφειας, το υψηλό κόστος ενέργειας, η υλοποίηση παραγωγικών επενδύσεων και ο περιορισμός της γραφειοκρατίας που αφορά την επιχειρηματικότητα, πρέπει να αντιμετωπιστούν κατά προτεραιότητα, συνεχίζοντας τις μεταρρυθμίσεις που ήδη προωθούνται και έχουν θετικό αντίκτυπο στην τόνωση της ανταγωνιστικότητας της χώρας, όπως υποδηλώνει η άνοδος της Ελλάδας στους δείκτες κυβερνητικής αποτελεσματικότητας της Παγκόσμιας Επετηρίδας Ανταγωνιστικότητας του IMD.

Στο πλαίσιο ακριβώς αυτό, οι προτάσεις του ΣΒΕ για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της χώρας, είναι:

  1. Λήψη μέτρων για την αποκλιμάκωση του πληθωρισμού.
  2. Σχεδιασμός των κατάλληλων πολιτικών, σε συνεργασία με τους κοινωνικούς εταίρους, για την κάλυψη του ελλείμματος σε προσωπικό συγκεκριμένων ειδικοτήτων και του χάσματος δεξιοτήτων, με προτεραιότητα στη βιομηχανία.
  3. Προετοιμασία της χώρας, τόσο από άποψη υποδομών, όσο και δημοσιονομικά, για την αντιμετώπιση μιας πιθανής ενεργειακής κρίσης τον προσεχή χειμώνα.
  4. Εξειδίκευση της «Εθνικής Στρατηγικής για τη Βιομηχανία», με τη λειτουργία «Ομάδων Εργασίας» ανά πυλώνα προτεραιότητας, για την επίτευξη του στόχου συνεισφοράς της βιομηχανίας κατά 15% στο ΑΕΠ της χώρας μέχρι το 2030.
  5. Προώθηση μεταρρυθμίσεων για την άμεση επιτάχυνση απονομής δικαιοσύνης.
  6. Έναρξη κοινωνικού διαλόγου για την αντιμετώπιση του δημογραφικού προβλήματος της χώρας, με έμφαση στη μελλοντική διάρθρωση της αγοράς εργασίας, και,
  7. Παροχή κινήτρων στις επιχειρήσεις για την παραγωγή καινοτόμων διεθνώς εμπορεύσιμων προϊόντων, που θα ενισχύσουν τη διεθνοποίηση και την εξωστρέφεια της Ελληνικής οικονομίας

Πως αξιολογείτε το επιχειρηματικό κλίμα στην Κεντρική Μακεδονία και ποιες είναι κατά τη γνώμη σας οι υποδομές και παρεμβάσεις που απαιτείται να προχωρήσουν άμεσα σε τοπικό επίπεδο για την αισθητή βελτίωσή του.

Οι ελληνικές επιχειρήσεις -ιδίως όσες δραστηριοποιούνται στην περιφέρεια- στα δύσκολα χρόνια επέδειξαν αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα. Τώρα, που μετά από αλλεπάλληλες εγχώριες και διεθνείς κρίσεις η Ελλάδα επιστρέφει δυναμικά σε τροχιά ανάπτυξης, καλούνται να αντιμετωπίσουν σημαντικές προκλήσεις. Με ουσιαστική στήριξη από την κυβέρνηση, μπορούν να στηρίξουν για άλλη μια φορά την οικονομία και την κοινωνία μας.

Τώρα χρειαζόμαστε μεγαλύτερη εξωστρέφεια, ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και άμβλυνση των περιφερειακών ανισοτήτων, ώστε οι επιχειρήσεις να στηρίξουν τη βιώσιμη ανάπτυξη, να προσφέρουν νέες δουλειές και να βοηθήσουν τις τοπικές κοινωνίες.

Τι σημαίνουν αυτά στην πράξη;

Πρώτα απ’ όλα, σύγχρονες υποδομές. Αποτελούν ίσως τον πιο σημαντικό παράγοντα προσέλκυσης και διευκόλυνσης επενδύσεων. Ως ΣΒΕ, έχουμε προτείνει λύσεις όπως η ενίσχυση της «χωρητικότητας» του δικτύου μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας, η αναβάθμιση των υποδομών internet «υψηλών ταχυτήτων», η αναβάθμιση των περιφερειακών υποδομών των λιμανιών όπως της Πρέβεζας και της Αλεξανδρούπολης. Ιδιαίτερα στη Θεσσαλονίκη, πρέπει να εστιάσουμε στην επιτάχυνση των διαδικασιών ανάπλασης του εκθεσιακού κέντρου της ΔΕΘ, στα έργα επέκτασης του προβλήτα 6 του λιμένα και στην υλοποίηση του Thess INTEC.

Για την έμπρακτη ενίσχυση της βιομηχανίας, και όχι μόνον των επιχειρήσεων που έχουν έδρα στην Κεντρική Μακεδονία, θα πρέπει να μειωθεί το λειτουργικό τους κόστος, να εξασφαλισθεί ο ανταγωνισμός και να υπάρξει προσέλκυση επενδύσεων.

Βασική προϋπόθεση για τη μείωση του λειτουργικού κόστους, για τη διασφάλιση του ανταγωνισμού και για την προσέλκυση επενδύσεων, είναι η δημιουργία ενός «φιλικού» ρυθμιστικού περιβάλλοντος επιχειρηματικότητας. Με ταχύτερη απονομή δικαιοσύνης, εκ των προτέρων αξιολόγηση των επιπτώσεων στην ανταγωνιστικότητα κάθε νέας νομοθετικής παρέμβασης, ψηφιοποίηση και απλούστευση των διαδικασιών αδειοδότησης.

Ένα άλλο θεμελιώδες ζήτημα που απασχολεί την ελληνική βιομηχανία και ιδιαίτερα την περιφέρεια, είναι η αδυναμία εξεύρεσης κατάλληλου προσωπικού. Λύσεις υπάρχουν: Αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας των ακολουθούμενων πολιτικών, ορθή διασύνδεση της τεχνικής εκπαίδευσης με την αγορά εργασίας, θέσπιση της υποχρεωτικότητας πρακτικής άσκησης, χρηματοδότηση από φορείς ιδιωτικού τομέα για τεχνική εκπαίδευση, παροχή ισχυρών κινήτρων για την ανάσχεση του κύματος αστυφιλίας.

Παράλληλα, η χώρα μας εξακολουθεί να πλήττεται από τις συνέπειες του τεχνολογικού χάσματος με τις ανεπτυγμένες χώρες. Αυξημένη χρηματοδότηση σε ερευνητικά προγράμματα σχετικά με την τεχνολογική ανάπτυξη, παροχή ειδικών κινήτρων για προσέλκυση ξένων επενδύσεων υψηλής τεχνολογίας, δημιουργία προγραμμάτων ανάσχεσης του brain drain και προσέλκυσης Ελλήνων του εξωτερικού και αλλοδαπών στελεχών υψηλής εξειδίκευσης, είναι προτάσεις που μπορούν να βελτιώσουν τη θέση μας.

Απολύτως καθοριστική για το μέλλον της Ελληνικής Βιομηχανίας, όμως είναι η έννοια της βιώσιμης ανάπτυξης. Η ανάγκη αντιμετώπισης της κλιματικής κρίσης και προσαρμογής στις αρχές της πράσινης οικονομίας, διαμορφώνουν ένα νέο επιχειρηματικό πρότυπο. Χρειάζονται καμπάνιες ενημέρωσης,  ενθάρρυνση και παροχή κινήτρων στις βιομηχανίες, αυξημένη χρηματοδότηση επενδύσεων και προγραμμάτων, για επιχειρήσεις που εφαρμόζουν τις αρχές της «κυκλικής οικονομίας».

Μαζί με όλα αυτά, μπορεί να επιτευχθεί η διεύρυνση της παραγωγικής βάσης της χώρας και η μετάβαση σε ένα νέο παραγωγικό μοντέλο. Στόχος, η αύξηση των εξαγωγών στο 60% του ΑΕΠ έως το 2030. Χρειαζόμαστε ενίσχυση της εξωστρέφειας και παραγωγή διεθνώς εμπορεύσιμων προϊόντων. Ταχύτατη εξειδίκευση της «Εθνικής Στρατηγικής για τη Βιομηχανία», δημιουργία φιλικού νομοθετικού πλαισίου για τις επενδύσεις και κωδικοποίηση του, ταχύτερη απονομή δικαιοσύνης και μείωση της φοροδιαφυγής.

Βήμα-βήμα, όλοι μαζί, μπορούμε να υλοποιήσουμε ένα σχέδιο που θέτει ως προτεραιότητα την περιφερειακή ανάπτυξη και μπορεί να κάνει πρωταγωνίστρια την ελληνική βιομηχανία.

Πως αξιολογείται η συμβολή του κλάδου των μηχανικών στην ελληνική βιομηχανία και πως αξιολογείται το επίπεδο των Ελλήνων μηχανικών από την ελληνική επιχειρηματική κοινότητα στο σημερινό διεθνές ανταγωνιστικό περιβάλλον;

Δίχως τους συναδέλφους μηχανικούς, δεν θα υπήρχε βιομηχανία. Το αναφέρω αυτό όχι ως έπαινο προς τους συναδέλφους μου – μιας κι εγώ έχω σπουδάσει Μηχανολόγος Μηχανικός στο ΑΠΘ – αλλά απηχώ την πραγματικότητα, που συνίσταται στην αναγνώριση του σημαντικού έργου και της ανεκτίμητης προσφοράς των συναδέλφων στην ανάπτυξη της πατρίδας μας.

Το υψηλό επίπεδο της κατάρτισης των συναδέλφων μηχανικών – το γνωρίζω κι εγώ από «πρώτο χέρι» – επιβεβαιώνεται καθημερινά, με την απόδοση λύσεων στα τρέχοντα προβλήματα των μεταποιητικών επιχειρήσεων.

Παράλληλα, ο επαγγελματισμός τους και η συγκροτημένη σκέψη των συναδέλφων, εισφέρουν θετικά στην αναπτυξιακή στρατηγική των επιχειρήσεων και στην προσαρμογή της στα νέα δεδομένα του παγκόσμιου ανταγωνισμού.

Στο πλαίσιο ακριβώς αυτό, θα πρέπει η βιομηχανία, με την πολιτεία και το «Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος» να εξετάσουμε – και μάλιστα γρήγορα – πως αναπτύσσουμε νέες ειδικότητες για τους συναδέλφους, όπως:

Μηχανικός Ρομποτικής, Επιστήμονας βιομηχανικών δεδομένων, Βιομηχανικός σχεδιαστής UX (εμπειρίας χρήστη), Προγραμματιστής αλγορίθμων, Μηχανικός μηχανικής εκμάθησης, Μηχανικός δεδομένων, Αρχιτέκτονας αποθήκης δεδομένων, Μηχανικός Διαδικτύου των Πραγμάτων, Μηχανικός πιστοποίησης, Μηχανικός οπτικής απεικόνισης/αναγνώρισης Η/Υ, Αρχιτέκτονας πληροφορικής, Τεχνικός αυτοματισμών, οι οποίες θα είναι εξαιρετικά χρήσιμες για τη βιομηχανία, ενώ οι συνάδελφοι που θα κατέχουν αυτές τις ειδικότητες θα δημιουργήσουν προοπτικές άμεσης απασχόλησης σε καλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας στη βιομηχανία.

Έχετε μια εξειδίκευση στα θέματα διαδοχής στις επιχειρήσεις. Για την προοπτική των επιχειρήσεων που συγκροτούν/δημιουργούν μηχανικοί, πόσο επηρεάζει το θέμα της διαδοχής, δεδομένου του γεγονότος, ότι ο «διάδοχος» θα πρέπει να διαθέτει τυπικά και ουσιαστικά προσόντα του κατά περίπτωση ειδικού γνωστικού πεδίου;

Πράγματι, ασχολούμαι με το θέμα της διαδοχής στις οικογενειακές επιχειρήσεις εδώ και 25 χρόνια και έχω την τιμή να έχω συγγράψει τα δυο μοναδικά εγχειρίδια για το θέμα στην Ελληνική γλώσσα.

Το «μυστικό» στο ερώτημά σας «κρύβεται» στην έγκαιρη προετοιμασία. Συγκεκριμένα, όπως επισημαίνουμε και στο δεύτερο βιβλίο μας με τίτλο: «Προετοιμάζοντας τη διαδοχή»,  σύμφωνα με μελέτη που έγινε πρόσφατα στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, όσες οικογενειακές επιχειρήσεις αφιέρωσαν μια δεκαετία και πλέον για την εγκαθίδρυση και την ενεργοποίηση των σχεδιασμών διαδοχής τους είχαν πολύ μεγαλύτερες πιθανότητες να βιώσουν και να απολαύσουν επιχειρηματικές επιτυχίες δεκαπέντε χρόνια μετά, σε σχέση με εκείνες τις εταιρίες που αφιέρωσαν μια πενταετία, ή και λιγότερο, για τη μετάβαση αυτή. Το μυστικό στο σχεδιασμό διαδοχής, εάν υπάρχει κάποιο, είναι η αφιέρωση ενός επαρκούς χρονικού διαστήματος, για να υλοποιηθεί με τον σωστό τρόπο, ώστε τα σχέδια αυτά να μπορέσουν τελικά να λειτουργήσουν.

Βεβαίως, πολλές φορές οι επιχειρήσεις συναδέλφων (μελετητικές, κατασκευαστικές, εμπορικές κλπ) φαίνεται να είναι «προσωποπαγείς». Σας βεβαιώνω λοιπόν ότι το ίδιο συμβαίνει σε όλες ανεξαιρέτως τις οικογενειακές επιχειρήσεις σε ολόκληρο τον κόσμο. Γι΄αυτό επιμένουμε στην έναρξη των διαδικασιών διαδοχής όσο το δυνατόν ενωρίτερα. Αν μάλιστα, ο ιδρυτής μιας οικογενειακής επιχείρησης ξεκινήσει τη διαδικασία διαδοχής στην ηλικία των 50 ετών, τότε έχει πολύ μεγάλες πιθανότητες να εξασφαλίσει τη συνέχεια και την ανάπτυξη της οικογενειακής του επιχείρησης.

Τέλος, πράγματι ο διάδοχος θα πρέπει να διαθέτει τυπικά και ουσιαστικά προσόντα για την εξασφάλιση της συνέχειας και της ανάπτυξης της οικογενειακής επιχείρησης, αλλά αυτό ισχύει για τους πάντες, όχι μόνον για τους μηχανικούς.

Η συνεργασία μεταξύ φορέων εκπροσώπησης παραγωγικών δραστηριοτήτων και κοινωνικών ομάδων, πόσο μπορεί να συμβάλλει στην ανάδειξη και επίτευξη αναπτυξιακών στόχων και πως αξιολογείτε τη μέχρι τώρα συνεργασία μεταξύ του φορέα που εκπροσωπείτε και του ΤΕΕ/ΤΚΜ;

Είναι προφανές ότι ισχύει το: «η ισχύς εν τη ενώσει». Ο ΣΒΕ και το ΤΕΕ/ΤΚΜ συμπορεύονται στα θέματα κοινού ενδιαφέροντος, αφού έχουν κοινή αποστολή που δεν  είναι άλλη από την ανάπτυξη της χώρας μας και ειδικότερα της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας. Και είμαι βέβαιος ότι η συνεργασία αυτή θα συνεχίσει και θα εμβαθυνθεί ακόμη περισσότερο τα επόμενα χρόνια.