Κ.Δ. Σαλάτα
Περίληψη
Οι πόλεις αντιμετωπίζουν πολλαπλές πιέσεις, αναζητώντας συγχρόνως βιώσιμες μορφές ανάπτυξης. Βασικό πεδίο αυτής της “αστικής σύγκρουσης” αποτελεί ο δημόσιος χώρος, κυρίως πράσινοι και ανοιχτοί χώροι, που ενώ είναι θεμελιώδους σημασίας για τη βιωσιμότητα, απειλείται με μείωση και κατακερματισμό από ανταγωνιστικές χρήσεις. Ένα από τα αποτελεσματικότερα εργαλεία οικοσυστημικής προσέγγισης σχεδιασμού για την αντιμετώπιση των αστικών προκλήσεων αναδεικνύεται η Πράσινη Υποδομή(ΠΥ). Στην παρούσα εισήγηση, ύστερα από μια σύντομη βιβλιογραφική ανασκόπηση της έννοια της ΠΥ, και παράθεση των βασικότερων προβλέψεων του ελληνικού θεσμικού πλαισίου χωρικού σχεδιασμού για αυτήν και τον δημόσιο χώρο, επιχειρείται ο ανασχεδιασμός μιας περιοχής του Δήμου Καλαμαριάς. Στόχος είναι να καταδειχθεί πώς η ενσωμάτωση της ΠΥ στον σχεδιασμό μπορεί να συμβάλλει στην ενίσχυση του δημόσιου χώρου και στην προσαρμογή στις νέες συνθήκες. Η πρωτοτυπία και συνεισφορά της εισήγησης έγκειται στο γεγονός ότι υπάρχει περιορισμένη έρευνα σε τέτοιου είδους προσεγγίσεις σχεδιασμού.
1. Εισαγωγή
Οι πόλεις αντικατοπτρίζουν τις ανθρώπινες κοινωνίες και τη διαδικασία προσαρμογής αυτών στις μεταβαλλόμενες συνθήκες. Αποτελούν, επομένως, κοινωνικο-οικολογικά συστήματα, καθώς χαρακτηρίζονται από εσωτερικές δομές και διαδικασίες, που υπόκεινται σε εξωτερικές και εσωτερικές διαταραχές σε διάφορες χωρικές και χρονικές κλίμακες. Έτσι, ενώ κυριαρχούνται από ανθρώπους, διαθέτουν πολλούς τύπους οικοσυστημάτων, που δημιουργία μια ετερογένεια και ποικιλία διαστάσεων που συνυπάρχει και αλληλοεπιδρά. Πρόκειται για πολύπλοκα, προσαρμοστικά συστήματα, τα οποία εξελίσσονται συνεχώς και διαποτίζονται από αβεβαιότητα, στοιχεία που καταδεικνύουν ότι πρέπει να αντιμετωπίζονται και να σχεδιάζονται ως σύνολο (Folke et al. 2005).
Οι άνθρωποι βασίζονται και αλληλοεπιδρούν με τα οικοσυστήματα για ικανοποίηση των αναγκών τους και ανάπτυξη. Τις τελευταίες δεκαετίες η αλλοίωση των οικοσυστημάτων εντατικοποιείται συνεχώς. Οι αλλαγές που συντελούνται συμβάλλουν στην ενίσχυση της αστικής θέρμανσης . Παράλληλα, οι ίδιες οι πόλεις αντιμετωπίζουν μια σειρά ετερογενών προκλήσεων, που χαρακτηρίζονται από αυξανόμενη πολυπλοκότητα και αβεβαιότητα. Οι επικινδυνότητες και οι συνέπειες της αστικής θέρμανσης αμφισβητούν την ικανότητά μας για προσαρμογή και ανάπτυξη, καθώς τα οικοσυστήματα χάνουν, με αυξανόμενο ρυθμό, την ικανότητα παροχής οικοσυστημικών υπηρεσιών και αγαθών (Σχήμα 1) (Folke et al. 2005; Salata and Yiannakou 2016; Hansen et al. 2017; Γιαννακού και Σαλάτα 2018).
Οι πόλεις θεωρούνται από τα πιο μακροχρόνια και ανθεκτικά συστήματα, διαθέτοντας μια εγγενή ικανότητα επιβίωσης, παράλληλα όμως επηρεάζονται σοβαρά από το ταχέως μεταβαλλόμενο περιβάλλον τους (περιβαλλοντικό, κοινωνικό, οικονομικό) και τις επικινδυνότητες που αντιμετωπίζουν. Η προσαρμογή σε αυτή την αστική πολυπλοκότητα, σε συνδυασμό με τις πολύπλευρες κρίσεις (συμπεριλαμβανομένης της αστικής θέρμανσης), απαιτεί αλλαγές στα διάφορα υποσυστήματα των πόλεων και κυρίως στο υφιστάμενο σύστημα σχεδιασμού τους (Jabareen 2013; Hansen et al. 2017).
Ο χωρικός σχεδιασμός αναγνωρίζεται ως ένας από τους καλύτερους τρόπους αντιμετώπισης της αστικής θέρμανσης και επίτευξης της βιώσιμης ανάπτυξης, (Jabareen 2013; Salata and Yiannakou 2016). Για να επιτευχθεί, όμως, προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή, ο σχεδιασμός θα πρέπει να ενσωματώσει στη διαδικασία του τις αβεβαιότητες, να προβλέπει τις επικινδυνότητες και τις επιπτώσεις της και να παρέχει τρόπους αντιμετώπισής, μέσω της λήψης κατάλληλων μέτρων για την πρόληψη/ελαχιστοποίηση των ζημιών και την αξιοποίηση ευκαιριών που μπορεί να προκύψουν (Jabareen 2013; Hansen et al. 2017). Η αναγκαιότητα αυτή έχει οδηγήσει τα τελευταία χρόνια στην εμφάνιση οικοσυστημικών προσεγγίσεων στον σχεδιασμό (Γιαννακού και Σαλάτα 2018). Ένα από τα κύρια εργαλεία αυτών των προσεγγίσεων αποτελεί η Πράσινη Υποδομή(ΠΥ).
Η παρουσίαση αυτή του ευρύτερου πλαισίου που εντάσσεται η ΠΥ και των συνθηκών που οδήγησαν στην εμφάνισή της, ακολουθείται από μια σύντομη βιβλιογραφική ανασκόπηση της έννοιας και των πλεονεκτημάτων της. Έπειτα εξετάζονται οι βασικότερες προβλέψεις του ελληνικού συστήματος σχεδιασμού ως προς την ΠΥ και τον δημόσιο χώρο, ενώ τέλος παρουσιάζεται η εφαρμογή αυτού το πλαισίου σε περιοχή του Δήμου Καλαμαριάς. Στόχος της εισήγησης είναι να καταδείξει πως η ΠΥ σε συμπαγής πόλεις μπορεί να συμβάλλει στη διαφύλαξη και ανάδειξη του δημόσιου χώρου, στην προσαρμογή και στην επίτευξη βιώσιμης ανάπτυξης.
2 Η έννοια της Πράσινης Υποδομής
Η ΠΥ αποτελεί ένα σχετικά νέο όρο που εσωκλείει τη συσχέτιση των αστικών περιοχών με τις υπηρεσίες της φύσης στα κλασικά/ουτοπικά μοντέλα οργάνωσης της πόλης (Γιαννακού και Σαλάτα 2018), και κατοχυρώθηκε στις ΗΠΑ το 1999 στο κείμενο “The President’s Council on Sustainable Development”.
Ο όρος ΠΥ είναι ασαφής και η βιβλιογραφική έρευνα αποκαλύπτει ότι υπάρχει πλήθος ορισμών που συνήθως είναι συναφείς και πολλές φορές επικαλυπτόμενοι (Kambites and Owen 2006; Salata and Yiannakou 2016). Γενικά, η ΠΥ αποτελεί ένα στρατηγικά σχεδιασμένο και διαχειριζόμενο, πολυλειτουργικό δίκτυο στοιχείων υψηλής ποιότητας, δημόσιων και ιδιωτικών, υφιστάμενων και νέων. Καλύπτει όλες τις χωρικές κλίμακες και συμβάλλει στη βιωσιμότητα των κοινοτήτων, παρέχοντας ένα ευρύ φάσμα πλεονεκτημάτων στον άνθρωπο και στα οικοσυστήματα, σέβοντας και ενισχύοντας τον τοπικό χαρακτήρα κάθε περιοχής (Σχήμα 2).
Παρόλο που η ΠΥ απαιτεί εξειδίκευση ανάλογα με τις τοπικές ανάγκες, τα διάφορα στοιχεία της ανά χωρική κλίμακα, πρέπει να διαμορφώνουν ένα δίκτυο ώστε να παρέχεται το πλήθος των ωφελειών (Kambites and Owen 2006). Η σημασία ενός πολυλειτουργικού και ποικιλόμορφου δικτύου καταδεικνύεται επίσης από την πίεση που δέχεται ο δημόσιος χώρος από άλλες ανταγωνιστικές χρήσεις στα πλαίσια της αστικής ανάπτυξης, που σε περιόδους οικονομικής λιτότητας ενδέχεται να επιδεινωθεί. Επομένως, αν και ο δημόσιος χώρος (ιδίως οι χώροι πρασίνου) αναγνωρίζεται ως απαραίτητος για τη διατήρηση/διευκόλυνση της υψηλής πυκνότητας των συμπαγών πόλεων και την επίτευξη βιώσιμης ανάπτυξης, η ύπαρξη ανταγωνιστικών συμφερόντων στην διαδικασία χωρικού σχεδιασμού απαιτεί την συμμετοχή ενός ευρύ φάσματος ενδιαφερομένων με στόχο τον συμβιβασμό (Wright 2011; Matthews et al. 2015).
Δεδομένου ότι η ΠΥ απαιτεί επενδύσεις και είναι εξίσου σημαντική με τις υπόλοιπες υποδομές μιας πόλης, θα πρέπει να δίνεται ίδια βαρύτητα στη χρηματοδότησής της. Μακροπρόθεσμα θεωρείται οικονομικά πιο αποδοτική σε σχέση με τη γκρι υποδομή (Salata and Yiannakou 2016; Γιαννακού και Σαλάτα 2018). Στο Σχήμα 3 παρουσιάζεται μια γενική κατηγοριοποίηση των ωφελειών της σε τρεις βασικές ομάδες κατ’ αντιστοιχία με τους τρεις πυλώνες της βιώσιμης ανάπτυξης.
Καθίσταται, επομένως, σαφές ότι η ΠΥ είναι ένα εργαλείο σχεδιασμού που συμβάλλει στη διαχείριση και πρόληψη επικινδυνοτήτων και αβεβαιοτήτων, καθώς μειώνει την πιθανότητα εμφάνισής τους και τις επιπτώσεις τους, ενώ ενισχύει την ικανότητα αντιμετώπισης και ανάκαμψης. Συμβάλλει ακόμη στην αύξηση της ανθεκτικότητας και της προσαρμοστικής ικανότητας των πόλεων και παράλληλα στη μείωση της ευαλωτότητάς τους σε ένα ευρύ φάσμα προκλήσεων, συμπεριλαμβανομένης της αστικής θερμότητας. Συνεπώς, προωθεί την προσαρμογή και τη βιωσιμότητα και υπό την έννοια αυτή παρέχει δημόσια αγαθά και υπηρεσίες (Matthews et al. 2015; Γιαννακού και Σαλάτα 2018).
Ο μικρός βαθμός υλοποίησης και ενσωμάτωσης της ΠΥ σε πολεοδομικές πρακτικές (Matthews et al. 2015), αναδεικνύει την ανάγκη ο σχεδιασμός να βασίζεται σε ορισμένες αρχές. Αν και δεν υπάρχει κοινά αποδεκτό σύνολο αρχών, αρχές όπως πολυλειτουργικότητα, συνδεσιμότητα, ποικιλομορφία, προσβασιμότητα, πλεονασμός, ενθάρρυνση μάθησης και συμμετοχικότητας, χρήση και δόμηση τοπικής/επιστημονικής γνώσης και πολύ-επίπεδη διακυβέρνηση, διαφαίνονται ως βασικές για την συνεχή εξέλιξη των πόλεων (Γιαννακού και Σαλάτα 2018).
3. Προβλέψεις του ελληνικού συστήματος σχεδιασμού για την Πράσινη Υποδομή
Ο χωρικός σχεδιασμός κατέχει καίριο ρόλο στην επίτευξη βιώσιμης ανάπτυξης, με κύριο χαρακτηριστικό του την εξασφάλιση δημοσίου οφέλους στο οποίο συμπεριλαμβάνεται η παροχή στοιχείων ΠΥ (Γιαννακού και Σαλάτα 2018). Ανοικτό ζητούμενο παραμένει η ενσωμάτωση της ΠΥ στο ελληνικό σύστημα χωρικού σχεδιασμού και δόμησης, μέσω κατευθύνσεων και μέτρων που δύναται να συμβάλλουν στην υλοποίηση της, καθώς δεν διαθέτει ακόμη μια ολοκληρωμένη πολιτική για την ΠΥ ούτε έχει ενσωματώσει τη σχετική ανακοίνωση της ευρωπαϊκής επιτροπής [COM(2013)249].
Βασικό πλαίσιο για τον σχεδιασμό της ΠΥ αποτελεί η ΥΑ 10788/5-3-2004 έγκρισης πολεοδομικών σταθεροτύπων και ανώτατων ορίων πυκνοτήτων στην εκπόνηση πολεοδομικών σχεδίων. Σε αυτή γίνεται αναφορά σε σύστημα ελεύθερων χώρων, διαφορετικού μεγέθους, κατανεμημένων στον χώρο με ποικιλία δραστηριοτήτων. Τονίζεται, η σημασία διασύνδεσης ελεύθερων χώρων και πρασίνου, με μετακινήσεις πεζή και ποδηλάτων, με αθλητικούς πυρήνες και μονάδες εκπαίδευσης και με σημεία ιστορικής, πολιτισμικής και φυσικού κάλλους σημασίας. Παράλληλα, περιλαμβάνει την έννοια της ακτίνας εξυπηρέτησης για χώρους πρασίνου, εκπαίδευσης και αθλητισμού. Οι κατευθύνσεις αυτές, που αφορούν κυρίως στοιχεία ΠΥ δημόσιου ιδιοκτησιακού χαρακτήρα, συσχετίζονται με τις έννοιες πολυλειτουργικότητας, συνδεσιμότητας και προσβασιμότητας της θεωρίας της ΠΥ.
O Ν.4447/2016 «Χωρικός σχεδιασμός-Βιώσιμη ανάπτυξη», δεν περιλαμβάνει κάποια αναφορά στην ΠΥ, καθώς επικεντρώνεται στον καθορισμό των επιπέδων σχεδιασμού και στην περιγραφή της δομής των Τοπικών και Ειδικών Χωρικών Σχεδίων (ΤΧΣ/ΕΧΣ), που καθορίζουν περιοχές προστασίας και περιοχές ελέγχου των χρήσεων. Αντίστοιχα, οι ΥΑ 27016/07-06-2017 και 27022/07-06-2017 με τις τεχνικές προδιαγραφές ΤΧΣ και ΕΧΣ, περιορίζονται στην περιγραφή των περιεχομένων των απαραίτητων μελετών.
Στην ΥΑ 125837/726/3-6-2013, ορισμού των προδιαγραφών σύνταξης μελετών διαχείρισης κοινόχρηστων χώρων πρασίνου, παρατηρείται μια μερική ενσωμάτωση της έννοιας της ΠΥ. Συγκεκριμένα, προωθείται ένα σύστημα κοινόχρηστων χώρων πρασίνου, ποικίλων δραστηριοτήτων. Δίνεται, επίσης, έμφαση στην υφιστάμενη και προτεινόμενη βλάστηση του υπό μελέτη χώρου πρασίνου, και σε άλλα στοιχεία του όπως η πανίδα, τα υδάτινα στοιχεία, η παροχέτευση ομβρίων υδάτων, κ.ά.
Από το πλαίσιο δόμησης, σημαντική είναι η συνεισφορά του Ν.4067/2012, «Νέος Οικοδομικός Κανονισμός», κυρίως για ιδιωτικούς ελεύθερους χώρους. Εισάγει την έννοια του ακάλυπτου χώρου, που θα πρέπει να είναι φυτεμένος (τουλάχιστον κατά 2/3) με κατάλληλη βλάστηση, την πρόβλεψη για ενοποίηση ακάλυπτων χώρων των οικοπέδων και την δυνατότητα δημιουργίας δικτύου ελεύθερων δημόσιων χώρων για πεζούς. Αναφέρεται σε φυτεμένα δώματα, στέγες και υπαίθριους χώρους, ενώ απαγορεύει τη μετατροπή της χρήσης κοινόχρηστων χώρων που λειτουργούν ή/και χαρακτηρίζονται ως πάρκα και άλση. Παρόλο αυτά δεν παρατηρείται άμεση συσχέτιση με τις αρχές της ΠΥ.
Στο Ν.3937/2011, για τη βιοποικιλότητα, καθορίζονται κατηγορίες προστατευόμενων περιοχών κυρίως σε περιφερειακή/εθνική κλίμακα. Παράλληλα ορίζεται η έννοια του οικολογικού διαδρόμου, δηλαδή η σύνδεση προστατευόμενων περιοχών, που σχετίζεται με την έννοια της συνδεσιμότητας. Ωστόσο, δεν περιλαμβάνεται κάποια άμεση αναφορά στην ΠΥ ή ειδικότερες κατευθύνσεις (Γιαννακού και Σαλάτα 2018).
Η Εθνική Στρατηγική για την Προσαρμογή στην Κλιματική Αλλαγή του 2016, αποτελεί το μοναδικό κείμενο που αναφέρεται ο όρος ΠΥ χωρίς όμως να δίνεται ορισμός, και περιλαμβάνει στοιχεία ιδιωτικού και δημόσιου χαρακτήρα. Συγκεκριμένα, προωθείται η διαχείριση και προστασία γεωργικής γης, δασών, φυσικών οικοσυστημάτων και βιοποικιλότητας. Παράλληλα, υποστηρίζεται η οικολογική συνοχή και διασύνδεση των περιοχών του δικτύου Natura 2000 μέσω οικολογικών διαδρόμων. Έμφαση δίνεται σε πράσινες στέγες και δώματα, ενώ προτείνεται η χρήση αναξιοποίητων περιοχών και η ανακατανομή και αποκατάσταση του πρασίνου ως μέτρο προσαρμογής. Προωθούνται, επίσης, ζητήματα άμεσα συσχετιζόμενα με τις αρχές σχεδιασμού της ΠΥ, όπως συνεργασία, διάλογος/διαβούλευση, έρευνα και συσχέτιση πολιτικών σε όλα τα επίπεδα. Παρόλο αυτά, διαφαίνεται ότι δεν αξιοποιεί πλήρως τα πλεονεκτήματα της ΠΥ και αντιμετωπίζει τα στοιχεία της μεμονωμένα και όχι ως δίκτυο.
4. Δυνατότητες ανασχεδιασμού γειτονιάς βάσει των αρχών Πράσινης Υποδομής
Στηριζόμενοι στο θεωρητικό και νομοθετικό πλαίσιο που παρουσιάστηκε παραπάνω, βάσει του οποίου είχε επιχειρηθεί σε άλλη μελέτη μας (Salata and Yiannakou 2016) η μείωση ευαλωτότητας στην αστική θέρμανση, παρακάτω εξειδικεύεται περαιτέρω διαμορφώνοντας μια προσέγγιση σχεδιασμού για αναδιάταξη του δημόσιου χώρου βάσει των αρχών της ΠΥ (συνδεσιμότητα, προσβασιμότητα, ποικιλομορφία, πολυλειτουργικότητα). Ως μελέτη περίπτωσης επιλέχθηκε μια μικρή γειτονιά του Δήμου Καλαμαριάς, με υψηλή πυκνότητα (μεγαλύτερη των 400κατ/ha) και ευαλωτότητα στην αστική θέρμανση (Σχήμα 4).
Η μεθοδολογία ανασχεδιασμού στηρίζεται στη μελέτη των Shashua-Bar and Hoffman (2000), που απέδειξαν ότι μικροί αστικοί χώροι πρασίνου (0,15ha) μπορούν να προσφέρουν μια ψυχρή νησίδα που εκτείνεται έως 100m από τα άκρα τους. Βάσει αυτού υποθέτουμε ότι η ψυκτική επίδραση στοιχείων ΠΥ από 0,15 έως 2ha μπορεί να εκτείνεται σε απόσταση 100m. Εφαρμόζοντας αυτό το κριτήριο σε υφιστάμενα στοιχεία ΠΥ (δημοσίου χαρακτήρα) της περιοχής μελέτης και λαμβάνοντας υπόψη τις ευάλωτες ζώνες όπως καθορίστηκαν στο Salata and Yiannakou (2016), διαπιστώνουμε ότι το 54,1% της περιοχής μελέτης είναι ευάλωτο στην αστική θέρμανση (Σχήμα 5).
Η χρήση του κριτηρίου σε θεσμοθετημένα, μη-υλοποιημένα στοιχεία ΠΥ, 0,15-2ha (δημόσιου χαρακτήρα), καταδεικνύει ότι η εφαρμογή του εγκεκριμένου σχεδίου μπορεί να επιφέρει μείωση της ευάλωτης περιοχής κατά 37,8% (Σχήμα 6). Παρόλο αυτά ένα μεγάλο τμήμα της περιοχής (33,6%) παραμένει ευάλωτο στην αστική θέρμανση.
Εξετάζοντας διεξοδικότερα την περιοχή μελέτης, διαπιστώνεται ότι υπάρχουν πιθανές επιλογές για τη δημιουργία πρόσθετων στοιχείων ΠΥ (Σχήμα 7), με το χαμηλότερο δυνατό οικονομικό κόστος, βάσει των αρχών της βιώσιμης ανάπτυξης. Συγκεκριμένα, οι παρεμβάσεις αφορούν την πεζοδρόμηση οδών και την συνένωση ακαλύπτων των οικοδομικών τετραγώνων, αλλά και την συνένωση στοιχείων δημοσίου χαρακτήρα (πάρκα, προαύλια σχολείων και εκκλησιών , πεζοδρόμους) προκειμένου δημιουργηθούν στοιχεία ΠΥ μεγαλύτερα των 0,15ha, ικανά να παρέχουν αστική ψύξη.
Είναι σαφές ότι ο συνδυασμός δημόσιων και ιδιωτικών στοιχείων είναι πολύ σημαντικός για την υλοποίηση της ΠΥ σε πυκνοκατοικημένες αστικές περιοχές. Λαμβάνοντας υπόψη μόνο τα στοιχεία δημόσιου χαρακτήρα θα μπορούσε να επιτευχθεί μια μείωση 31,7% της ευάλωτης περιοχής (Σχήμα 7).
Αντίθετα, ο συνδυασμός δημόσιων-ιδιωτικών στοιχείων, μπορεί να επιφέρει μείωση της τάξης του 91,9% της ευάλωτης περιοχής (Σχήμα 8). Αξίζει να σημειωθεί ότι στην περιοχή μελέτης, και γενικά στο Δήμο, υπάρχουν ακάλυπτοι που λειτουργούν ως μικρά πάρκα ή παιδικές χαρές, και παρότι είναι μικρότεροι από 0,15ha μπορούν να προσφέρουν οφέλη στους κατοίκους, αλλά αρκετοί χρησιμοποιούνται ως χώροι στάθμευσης στερώντας τη δυνατότητα μιας φυσικής συνέχειας εντός του αστικού ιστού. Επομένως, προβλέποντας την διασύνδεση των στοιχείων μέσω δεντροφυτεύσεων, μπορεί να επιτευχθεί η δημιουργία ενός δικτύου, εκπληρώντας έτσι την αρχή συνδεσιμότητας.
5 Συμπεράσματα
Η αστική θέρμανση σε συνδυασμό με οικονομικές-κοινωνικές κρίσεις, απαιτούν άμεση αντιμετώπιση προκειμένου οι κοινωνίες μας να είναι σε θέση να συνεχίσουν να εξελίσσονται σε βιώσιμο τρόπο. Το παράδειγμα που αναλύθηκε, παρότι αποτελεί ένα απλό μοντέλο με πολλές παραδοχές, καταδεικνύει την εφικτότητα δημιουργίας ΠΥ εντός των αστικών περιοχών, παρέχοντας ποικίλα οφέλη με πιο οικονομικά αποδοτικό τρόπο, αναδεικνύοντας παράλληλα τον δημόσιο χώρο ως συντελεστή μετασχηματισμού των πόλεων. Η ανασκόπηση του ελληνικού συστήματος σχεδιασμού αποδεικνύει ότι υπάρχουν προβλέψεις που συμβάλλουν στην δημιουργία ΠΥ και υποστηρίζουν τις αρχές της, αλλά η δημιουργία ενός ενιαίου πλαισίου κατευθύνσεων και οδηγιών, που θα εξειδικεύονται σε αστικό επίπεδο, κρίνεται αναγκαία.