Search
Close this search box.

Η επίδραση της Εγνατίας Οδού στην εδαφική συνοχή της νοτιοανατολικής Ευρώπης

Egnatia_OdosΠολυεπίπεδη αποδεικνύεται η επίδραση της Εγνατίας Οδού στην εδαφική συνοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, σύμφωνα με σχετική μελέτη του Παρατηρητηρίου της Εγνατίας Οδού ΑΕ*.

Οπως διαπιστώνεται, η οδική υποδομή του πλέγματος της Εγνατίας και των καθέτων έχει επιδράσει θετικά στην προσβασιμότητα του βορειοελλαδικού τόξου στις αγορές, τις αστικές συγκεντρώσεις και τις διασυνοριακές μεταφορές της ευρύτερης βαλκανικής ενδοχώρας, δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για ένα νέο πρότυπο κατανομής μεταφορικών ροών και ρόλων στην περιοχή.

Η βελτίωση είναι περισσότερο ορατή στις χωρικές ζώνες που διατρέχονται από τη συγκεκριμένη οδική υποδομή, αλλά έμμεσα ωφελούνται από την ύπαρξη και τη λειτουργικότητά της. Για τη μελέτη της επίδρασης του άξονα της Εγνατίας Οδού και των καθέτων στις αναπτυξιακές προοπτικές του ελληνικού και βαλκανικού χώρου της ΝΑ Ευρώπης, διαμορφώθηκε στο πλαίσιο της  μελέτης ένα μοντέλο εκτίμησης της συνοχής στη συγκεκριμένη μακροπεριφέρεια.

Πρέπει ωστόσο να σημειωθεί ότι η λειτουργία του άξονα και των καθέτων εντάσσεται ως οδική υποδομή σε ένα ευρύτερο πλέγμα ανάλογων υποδομών και εξυπηρετήσεων που δρουν είτε συμπληρωματικά είτε ανταγωνιστικά είτε ανεξάρτητα τόσο ως προς το σύστημα της Εγνατίας όσο και ως προς άλλα συστήματα μεταφορών.

Έτσι ο ρόλος του άξονα και των καθέτων στο βαθμό συνοχής της ΝΑ Ευρώπης εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη συνέργεια και συμπληρωματικότητα των άλλων συστημάτων στην εξυπηρέτηση φόρτων και στη διασύνδεση αστικών κέντρων και παραγωγικών δραστηριοτήτων. Με εφαρμογή λοιπόν των βημάτων του μοντέλου αυτού προκύπτουν οι ακόλουθες διαπιστώσεις:

 

Βήμα 1. Προσδιορισμός της διαθέσιμης μεταφορικής υποδομής

Ο προσδιορισμός της διαθέσιμης μεταφορικής υποδομής προσεγγίζεται μέσα από τους δείκτες ‘πυκνότητα χερσαίου δικτύου ανά επιφάνεια’ και ‘αριθμός τερματικών σταθμών’. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα των δεικτών:

  • Ο δείκτης της εδαφικής πυκνότητας των αυτοκινητοδρόμων παρουσίασε σημαντική αύξηση στη ζώνη διέλευσης της Εγνατίας και των καθέτων και μικρότερη αύξηση σε άλλες περιοχές της ΝΑ Ευρώπης (περίοδος 2004 – 2012). Έτσι η επίδραση του άξονα στην προσφορά μεταφορικής υποδομής (αυτοκινητόδρομοι) της περιοχής θεωρείται σημαντική.
  •  Σύμφωνα με το δείκτη των τερματικών σταθμών, το σύστημα Εγνατία και κάθετοι παρέχει πρόσβαση σε ένα σύνολο τερματικών σταθμών, κυρίως της ελληνικής περιοχής, όπου καταγράφεται υπερτριπλάσιος αριθμός σε σχέση με τον αντίστοιχο αριθμό των τερματικών σταθμών των άλλων χωρών – περιοχών. Συνεπώς ο ρόλος του συστήματος της Εγνατίας στην προσέγγιση πυλών διαμετακόμισης είναι σημαντικός για το σύνολο της ΝΑ Ευρώπης και κυρίως για τη βαλκανική ενδοχώρα (περιοχές Αλβανίας, ΠΓΔΜ και Βουλγαρίας) που δεν έχει άμεση πρόσβαση στους θαλάσσιους διαδρόμους.

 

Βήμα 2. Μεταβολή προσπελασιμότητας

Η μεταβολή της προσπελασιμότητας συνδέεται με δείκτες πολυκεντρικότητας (όπως ο ‘ωφελούμενος πληθυσμός’, η ‘χρονοαπόσταση’ και η ‘δυνητική έλξη μεταξύ των πόλεων’), διατροπικότητας (όπως η ‘χρονο-αποστάση μεταξύ πόλεων και του δικτύου των τερματικών σταθμών’ και η ‘δυνητική προσπελασιμότητα’ μεταξύ τους) και έντασης της εδαφικής συνεργασίας.

Σύμφωνα με τα αποτελέσματα των δεικτών:

  • Ο ρόλος του πλέγματος της Εγνατίας είναι σημαντικός στη βελτίωση της πρόσβασης και την αύξηση του ωφελούμενου πληθυσμού – ειδικά αυτού που θα αναζητήσει εξυπηρετήσεις με κόστος μετάβασης 3 ωρών.Σύμφωνα με τα αποτελέσματα του δείκτη του ωφελούμενου πληθυσμού, ζώνες της Βουλγαρίας κυρίως αλλά και της ΠΓΔΜ και Αλβανίας μπορούν πλέον να αναζητήσουν εξυπηρετήσεις στη Θεσσαλονίκη η οποία αποτελεί ένα αστικό κέντρο σημαντικής περιφερειακής ακτινοβολίας.
  • Αναφορικά με την ελκτικότητα των αστικών κέντρων, το πλέγμα της Εγνατίας “παρεμβαίνει” ως υποδομή στο χώρο της ΝΑ Ευρώπης που παραδοσικά εξυπηρετείται από το διάδρομο X (Βελιγράδι – Σκόπια – ΠΑΘΕ) και τον άξονα Βελιγράδι – Σόφια – Κωνσταντινούπολη. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την ενίσχυση της ελκτικότητας αστικών κέντρων της βαλκανικής περιοχής που παραδοσιασιακά δεν είχαν πρόσβαση στα ανωτέρω δυο κεντρικά συστήματα διαμετακόμισης. Δημιουργούνται έτσι οι προϋποθέσεις για την ανάδειξη και άλλων χωρικών συστημάτων μέσω της αύξησης της ελκτικότητας μικρότερων και περιφερειακών αστικών κέντρων.
  • Από την εκτίμηση των χρονοαποστάσεων μεταξύ πόλεων και τερματικών σταθμών έχει καταδειχθεί η ευκολία πλέον πρόσβασης σε τερματικούς σταθμούς της Ελλάδας – απόρροια της ύπαρξης της Εγνατίας αλλά και του ΠΑΘΕ. Ο ρόλος αυτών των ελληνικών αυτοκινητοδρόμων είναι σημαντικός στη μείωση των χρονοαποστάσεων της βαλκανικής περιοχής με πλήθος κόμβων διαμετακόμισης. Έτσι περιοχές πλέον της Βουλγαρίας και της ΠΓΔΜ εμφανίζουν συγκριτικά μειωμένες τιμές χρονοαπόστασης στην πρόσβασή τους σε τερματικούς σταθμούς – σημαντικό μέρος των οποίων εντοπίζεται στην Ελλάδα.
  • Από τον δείκτη έντασης εδαφικής συνεργασίας βάσει ευρωπαϊκών συγχρηματοδοτούμενων προγραμμάτων καταδεικνύεται η ισχυρή σχέση μεταξύ Ελλάδας – Βουλγαρίας και Ελλάδας – ΠΓΔΜ γεγονός που μπορεί ως ένα βαθμό να συνδεθεί και με τις βελτιωμένες πλέον συνθήκες μετακίνησης μεταξύ αυτών των περιοχών (και άρα προώθησης των σχέσεων) – ως αποτέλεσμα της λειτουργίας του οδικού πλέγματος της Εγνατίας.

 

Βήμα 3. Αύξηση της κινητικότητας

Η βελτιωμένη προσπελασιμότητα επιδρά άμεσα στη ζήτηση των μετακινήσεων και στην κινητικότητα προσώπων και αγαθών. Η κινητικότητα προσώπων ειδικότερα ποσοτικοποιείται με τις ‘επιβατικές μετακινήσεις μεταξύ πόλεων/εδρών’ των εδαφικών ενοτήτων της ζώνης επιδράσεων στις οποίες εμπεριέχονται και οι διελεύσεις των συνόρων, τον ‘επιβατικό φόρτο στους τερματικούς σταθμούς’ (αερολιμένες και θαλάσσιους λιμένες) και τον ‘όγκο των τουριστικών ροών’.

Σύμφωνα με τα αποτελέσματα των δεικτών:

  • Βάσει των διαθέσιμων δεδομένων προέλευσης – προορισμού στα ελληνικά σύνορα (2009) προέκυψε ότι τα σημαντικότερα ζεύγη προέλευσης – προορισμού αφορούν περιοχές της βόρειας Ελλάδας και κυρίως της Κ. Μακεδονίας με περιοχές της ΠΓΔΜ, της Βουλγαρίας και της Αλβανίας. Τεκμηριώνεται έτσι ο προφανής ρόλος του πλέγματος της Εγνατίας οδού στη διευκόλυνση τέτοιων μετακινήσεων.
  • Η πρόσβαση προς τα δίκτυα επιβατικών αερολιμένων και λιμένων γίνεται μέσω των χερσαίων συστημάτων μεταφοράς και ειδικά του οδικού δικτύου για την περιοχή της ΝΑ Ευρώπης. Δεν μπορεί να τεκμηριωθεί η απευθείας σύνδεση του ρόλου της Εγνατίας στη διαμόρφωση των αυξημένων φόρτων, κυρίως στις πύλες του συνόλου των άλλων πλην Ελλάδας χωρών της περιοχής. Ωστόσο, η διατήρηση των επιβατικών φόρτων της Ηγουμενίτσας σε σχετικά υψηλά επίπεδα, προσφέρει ένα παράδειγμα πού προδιαγράφει τη θετική επίδραση του άξονα στην κινητικότητα προσώπων.
  • Η βελτίωση της κινητικότητας ενισχύει την εδαφική συνεργασία μεταξύ των χωρών της ΝΑ Ευρώπης με αποτέλεσμα και την αύξηση του όγκου των τουριστικών ροών. Η θεώρηση των στοιχείων έδειξε ότι οι περισσότερο τουριστικά εξαρτημένες χώρες από τη συνολική αγορά της περιοχής είναι η ΠΓΔΜ και η Βουλγαρία, ενώ οι λιγότερο εξαρτημένες είναι η Ιταλία και η Τουρκία. Καθώς οι βασικές μετακινήσεις μεταξύ Ελλάδας, ΠΓΔΜ και Βουλγαρίας εξυπηρετούνται από το οδικό δίκτυο, ο ρόλος της Εγνατίας στην ενίσχυση των τάσεων μετακίνησης προσώπων με σκοπό τον τουρισμό, θεωρείται καίριας σημασίας και αποτυπώνεται στο βαθμό τουριστικής εξάρτησης αυτών των χωρών

 

Βήμα 4. Αύξηση της παραγωγικότητας

Η βελτίωση της μεταφορικής υποδομής και της προσπελασιμότητας και στη συνέχεια η διευκόλυνση της κινητικότητας δημιουργούν προϋποθέσεις για την αύξηση της παραγωγικότητας των οικονομικών δραστηριοτήτων στην περιοχή. Η αύξηση αυτή αντανακλάται σε μια σειρά δεικτών που περιλαμβάνουν το ‘μέγεθος της αγοράς’, το ‘κατα κεφαλή ΑΕΠ’, τα ‘διαρθρωτικά χαρακτηριστικά της απασχόλησης’, την ‘αύξηση του εμπορευματικού φόρτου’, τη ‘διευκόλυνση των επενδυτικών και εμπορικών ροών.

Σύμφωνα με τα αποτελέσματα των δεικτών:

  • Αναφορικά με το ΑΕΠ (μέγεθος αγοράς και κατά κεφαλή) παρατηρείται βελτίωση των μεγεθών σε όλες τις χώρες της ΝΑ Ευρώπης πλην Ελλάδας και Ιταλίας που φαίνεται πως επηρεάστηκαν αρνητικά από την δημοσιονομική κρίση. Ρόλο προωθητικών δυνάμεων έχουν οι πρωτεύουσες και τα σημαντικά αστικά κέντρα όπου σημειώθηκε σχεδόν παντού αύξηση του συνολικού ΑΕΠ και του κατά κεφαλή ΑΕΠ.
  • Ως προς την κατάσταση απασχόλησης το ψηλό ποσοστό συμμετοχής του μη ενεργού πληθυσμού στις περιφέρειες και χώρες της ζώνης επιδράσεων αντανακλά τα γενικά χαμηλά επίπεδα κοινωνικο-οικονομικής ανάπτυξης και τα μεγάλα περιθώρια βελτίωσης που υπάρχουν.
  • Σε όλες σχεδόν τις χώρες και περιφέρειες της ζώνης επιδράσεων, το ποσοστό ανεργίας βρίσκεται πάνω από το μέσο όρο της EU27/28, ενώ μεταξύ 2006 και 2011 παρατηρείται αύξηση της ανεργίας σε όλες σχεδόν τις περιφέρειες. Ειδικότερα η μακροχρόνια ανεργία φαίνεται να είναι ιδιαίτερα αυξημένη σε σχέση με τις τιμές EU27/28.
  • Ως προς την σύνθεση της ΑΠΑ φαίνεται ότι όλες σχεδόν οι χώρες και περιοχές έχουν ένα δευτερογενή τομέα που ξεπερνά το 20% ως προστιθέμενη αξία παραγωγής στο σύνολο της οικονομίας. Ο πρωτογενής τομέας βρίσκεται ψηλά στην Αλβανία και την ΠΓΔΜ, ενώ ο τριτογενής συμμετέχει με το μεγαλύτερο ποσοστό σε όλες τις περιφέρειες με τάσεις περαιτέρω ενίσχυσης στο βαθμό που ακολουθεί την αύξηση της παραγωγικότητας στο σύνολο της οικονομίας.
  • Αντίστοιχες τάσεις ακολουθεί και η σύνθεση της απασχόλησης ανά τομέα παραγωγής. Για το 2011 στο σύνολο της ζώνης επιδράσεων, το 10% περίπου των απασχολούμενων αφορά στον πρωτογενή τομέα, το 30% δεσμεύονται από τους κλάδους του δευτερογενή τομέα ενώ το υπόλοιπο 60% απορροφάται από τους κλάδους των υπηρεσιών (τριτογενής τομέας).
  • Η επίδραση της Εγνατίας στο εισόδημα, την απασχόληση και τη διάρθρωση της παραγωγής της περιοχής μπορεί μόνο έμεσα να προσεγγιστεί, καθώς μπορεί να συσχετιστεί με τη βελτίωση της κινητικότητας των παραγωγικών συντελεστών και την πρόσβαση σε ευρύτερες ροές ανθρώπων, μέσων και υλικών, γεγονός που οδηγεί οικονομίες χωρών και περιοχών σε σχετικό αναπροσανατολισμό βάσει των νέων ευκαιριών που διανοίγονται.
  • Η βελτίωση του εισοδήματος από τη μια πλευρά αλλά και η συσχέτιση με προβλήματα διάρθρωσης της οικονομίας και της παραγωγής από την άλλη μπορεί να ενισχύσει την άποψη ότι ο ρόλος μιας τέτοιας υποδομής στην αναπτυξιακή προοπτική της ΝΑ Ευρώπης απαιτεί χρόνο για να αποδώσει.
  • Ανάλογα συμπεράσματα μπορούν να προκύψουν και από το δείκτη του εμπορευματικού φόρτου. Οι αυξομειώσεις που παρατηρούνται σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία αντανακλούν τις τάσεις μετάβασης και αναδιάρθρωσης που χαρακτηρίζουν την περιοχή μελέτης. Εκτιμάται ειδικά ότι ο ρόλος του άξονα είναι σημαντικός στον προσανατολισμό τέτοιων τάσεων καθώς υλοποιεί “φυσικούς διαδρόμους” διακίνησης των φορτίων.
  • Μέρος αυτών των τάσεων είναι οι επενδυτικές και οι εμπορικές ροές εντός της περιοχής όπως αποτυπώνονται στο βαθμό επενδυτικής και εμπορικής εξάρτησης των χωρών. Σύμφωνα με τους σχετικούς δείκτες, χώρες όπως η Αλβανία, η ΠΓΔΜ και η Βουλγαρία εμφανίζουν μεγάλη εξάρτηση από τα κεφάλαια και τις εμπορικές συναλλαγές εντός περιοχής. Το οδικό δίκτυο και ο άξονας της Εγνατίας ειδικότερα συμβάλλει σημαντικά στην εμβάθυνση αυτών των σχέσεων καθώς διαμορφώνει το βασικό “φυσικό μέσο” για την υλοποίηση και εξέλιξή τους. Αλβανία, ΠΓΔΜ και Βουλγαρία βρίσκονται σε άμεση σχέση πρόσβασης στον άξονα και στις καθέτους.

 

Βήμα 5. Μεταβολή κατανομής πληθυσμού και δραστηριοτήτων και ζήτηση για νέες μετακινήσεις

Η δυναμική του μοντέλου οδηγεί στη μεταβολή της κατανομής του πληθυσμού και των δραστηριοτήτων με αποτέλεσμα τη ζήτηση για νέες μετακινήσεις. Η ζήτηση αυτή δημιουργεί πιέσεις για ποσοτική και ποιοτική βελτίωση της υποδομής μεταφορών οδηγώντας σε νέες υποδομές και σε νέο κύκλο αλληλεπιδράσεων. Στοιχεία ‘πληθυσμού’, ‘αστικής διάχυσης’ και ‘εγκατάστασης επιχειρήσεων’ καθώς και στοιχεία ‘πυκνότητας αυτοκινητοδρόμων’ και ‘φόρτου τερματικών’ αλλά και ‘μεταναστευτικών ροών’, παρέχουν δεδομένα για τις επιδράσεις του άξονα στις επιλογές εγκατάστασης ανθρώπων και παραγωγικών δραστηριοτήτων. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα των δεικτών:

Αναδεικνύεται η σημαντικότητα των πρωτευουσών και των μεγάλων αστικών κέντρων στη διατήρηση και αύξηση του πληθυσμού αλλά και στη χωρική έκφραση της ανάπτυξης όπως αυτή γίνεται αντιληπτή από τη μεταβολή της κάλυψης γης από φυσική – ημιφυσική σε αστική – δομημένη. Πέρα από αυτές τις ζώνες η μεταβολή του πληθυσμού είναι μάλλον αρνητική ενώ και η αλλαγή στην κάλυψη του χώρου αρκετά περιορισμένη. Η επίδραση του άξονα και των καθέτων μπορεί να συνδεθεί με την ενίσχυση των σημαντικών αστικών συγκεντρώσεων οι οποίες λειτουργούν ως πόλοι ενός αναπτυξιακού πλέγματος όπου τα οδικά δίκτυα αναλαμβάνουν τον ρόλο της εξυπηρέτησης των ροών. Έτσι αναδεικνύεται ο ρόλος της Εγνατίας και των καθέτων στη διασύνδεση αστικών κέντρων όπως η Θεσσαλονίκη και η Αθήνα με Σόφια, Σκόπια, Τίρανα, Κωνσταντινούπολη και Βελιγράδι.

  • Η ενδυνάμωση της δυναμικής πρωτευουσών και μεγάλων αστικών κέντρων συμπαρασύρει και τις επιλογές εγκατάστασης μεταναστευτικών πληθυσμών εντός της περιοχής. Οι κύριες τάσεις με έμφαση στη ζώνη άμεσης επίδρασης της Εγνατίας αφορούν στην εγκατάσταση Βουλγάρων και Αλβανών κυρίως σε περιοχές της Ελλάδας με έμφαση σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη.
  • Τέλος αξιοσημείωτη είναι και η εγκατάσταση επιχειρήσεων στις περιοχές των ελληνικών συνόρων εκτός όμως της χώρας (σε Βουλγαρία, ΠΓΔΜ, Αλβανία). Ο ρόλος του άξονα στην επιλογή εγκατάστασης είναι σημαντικός διότι επιτρέπει την άμεση διάθεση των παραγόμενων προϊόντων της σε τοπικές και ευρύτερες αγορές.

map

*ΟΜΑΔΑ ΜΕΛΕΤΗΣ

ΤΣΑΚΙΡΗΣ ΣΤΥΛΙΑΝΟΣ, Αρχ. Μηχ/κος – Χωροτάκτης – Πολεοδόμος

ΜΩΥΣΙΑΔΗ ΘΕΟΔΟΥΛΗ, Μηχ/κος Χωροταξίας, Πολεοδομίας και Περ/κης Ανάπτυξης, MSc ΒΕΡΑΝΗ ΕΛΕΝΗ, Μηχ/κος Χωροταξίας, Πολεοδομίας και Περ/κης Ανάπτυξης, MSc

Δρ. ΓΑΒΑΝΑΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ, Πολιτικός Μηχ/κος

ΗΛΙΑ ΚΥΠΑΡΙΣΣΙΑ, Μηχ/κος Χωροταξίας, Πολεοδομίας και Περ/κης Ανάπτυξης, MSc

Καθ. ΚΑΥΚΑΛΑΣ ΓΡΗΓΟΡΗΣ

Δρ. ΜΟΥΤΣΙΑΚΗΣ ΕΥΘΥΜΙΟΣ, Περιβαλλοντολόγος

Καθ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ

Καθ. ΠΙΤΣΙΑΒΑ ΛΑΤΙΝΟΠΟΥΛΟΥ ΜΑΓΔΑΛΗΝΗ

Δρ. ΤΑΣΟΠΟΥΛΟΥ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ, Μηχ/κος Χωροταξίας, Πολεοδομίας και Περ/κης Ανάπτυξης,


Δείτε ΕΔΩ την έκθεση

Δείτε ΕΔΩ περισσότερους και πιο επικαιροποιημένους δείκτες