Search
Close this search box.

Μάνχαϊμ: καταφύγιο ή γκέτο για τους πρόσφυγες;

 

Πρόσφυγες φτάνουν στον σταθμό του Μάνχαϊμ τον περασμένο Σεπτέμβριο. Πηγή φωτογραφίας: Uwe Anspach/DPA/Corbis
Πρόσφυγες φτάνουν στον σταθμό του Μάνχαϊμ τον περασμένο Σεπτέμβριο. Πηγή φωτογραφίας: Uwe Anspach/DPA/Corbis

Το Μάνχαϊμ έχει παράδοση. Στην υποδοχή ανθρώπων από άλλες χώρες, είτε είναι πρόσφυγες είτε μετανάστες. Το έκανε το 1960, με τους “γκασταρμπάιντερ”  από την Ελλάδα, την Ιταλία και την Τουρκία, το κάνει και τώρα με τους πρόσφυγες.

Πενήντα χρόνια μετά το κύμα εισόδου χιλιάδων ξένων στην περιοχή για εργασία, το Μάνχαϊμ γίνεται ξανά αυτό που ο Βρετανο-καναδός δημοσιογράφος  Doug Saunders έχει αποκαλέσει “πόλη υποδοχής”. Περισσότεροι από 80.000 πρόσφυγες έχουν φτάσει από τον Σεπτέμβριο στην πόλη με τρένο, μέσω της λεγόμενης “βαλκανικής οδού”.

Η πλειοψηφία αυτών εγκαταστάθηκε σε γειτονικές περιοχές, αλλά περίπου 12.000 έμειναν προσωρινά στην πόλη -μια πόλη με μόλις 290.000 κατοίκους. Με άλλα λόγια το Μάνχαϊμ απέκτησε αίφνης την υψηλότερη αναλογία προσφύγων ανά κάτοικο μεταξύ των μεγάλων γερμανικών πόλεων.

 

Τετράγωνη πόλη

Παρά τις καλές επιδόσεις του στο παρελθόν λίγοι άνθρωποι στη Γερμανία θα πίστευαν ότι το Μάνχαϊμ θα μπορούσε να  αντεπεξέλθει σε αυτή την πρόκληση. Σε αντίθεση με την κοντινή του Χαϊδελβέργη, συχνά θεωρείται ότι το Μάνχαϊμ στερείται τής δυνατότητας να εμπνέει και να δημιουργεί πρότυπα. Αλλωστε δεν είναι αυτό που θα λέγαμε “ρομαντική” πόλη.

Στη Χαϊδελβέργη για παράδειγμα, οι όχθες του ποταμού Νέκαρ είναι γεμάτες από κάστρα και δασικά μονοπάτια, ενώ στο Μάνχαϊμ ο ίδιος ποταμός ρέει ανάμεσα από τις μονάδες βαριάς βιομηχανίας, όπου κάποτε δούλευαν οι επαγγελματικοί μετανάστες της δεκαετίας του 1960.

Το Μάνχαϊμ αποκαλείται συχνά “τετράγωνη πόλη”, από το ρυμοτομικό του σχέδιο, που προσομοιάζει με εκείνο της Νέας Υόρκης. Λίγοι όμως γνωρίζουν ότι φιλοξενεί το δεύτερο μεγαλύτερο μπαρόκ κάστρο μετά τις Βερσαλίες!  Δεν βρίσκεται στα φώτα της δημοσιότητας εν ολίγοις.

Ωστόσο, πολλοί άνθρωποι στο ίδιο το Μάνχαϊμ θεωρούν ότι η πόλη τους είναι ικανότερη να αντεπεξέλθει στην προσφυγική κρίση, από ό,τι το Βερολίνο, το Αμβούργο ή το Μόναχο.

“Οταν η Γερμανία σταμάτησε να ζητά εργαζόμενους από το εξωτερικό το 1973, το Μάνχαϊμ ήταν μία από τις πρώτες πόλεις που συνειδητοποίησαν ότι οι ‘καλεσμένοι. δεν θα έφευγαν αυτομάτως όταν θα το ήθελε ο τοπικός πληθυσμός. Κι έτσι αποφασίσαμε να κάνουμε κάτι για αυτό” δήλωσε ο Claus Preissler, επίτροπος της πόλης για θέματα μετανάστευσης και ενσωμάτωσης.  “Η Γερμανία ακόμη υποφέρει από το γεγονός ότι κατάλαβε πολύ αργά πως είναι μια ώρα προς την οποία οι άνθρωποι μεταναστεύουν” πρόσθεσε.

 

Τριάντα χρόνια μπροστά…

Η θέση που σήμερα καταλαμβάνει ο Preissler δημιουργήθηκε περίπου 30 χρόνια πριν υπάρξει αντίστοιχο πόστο στην κεντρική κυβέρνηση. Ο ρόλος  του είναι να στηρίζει τα μέλη των ξένων κοινοτήτων ώστε να αποκτούν ενεργό ρόλο ώς πολίτες σε μία πόλη όπου το 44% του πληθυσμού έχει κάποιον γονιό ή παππού μετανάστη. Εννέα στα δέκα παιδιά στα σχολεία του Μάνχαϊμ άλλωστε προέρχονται από νοικοκυριά όπου τα γερμανικά δεν είναι η “πρώτη” γλώσσα.

 

Όταν οι 600 έγιναν 12.000…
Πέρυσι τον Ιούλιο η κεντρική κυβέρνηση ζήτησε από το δημοτικό συμβούλιο του Μάνχαϊμ να βρει χώρο διαμονής για 600 πρόσφυγες. Μέχρι τον Σεπτέμβριο, οι 600 είχαν γίνει …12.000. Επίσης το κράτος ζήτησε για χρήση προς φιλοξενία προσφύγων τρία πρώην αμερικανικά στρατόπεδα, το εμβαδόν των οποίων ισούται ούτε λίγο ούτε πολύ με το ένα πέμπτο της ευρύτερης περιοχής.

Μετά το κλείσιμο της βαλκανικής οδού, ο αριθμός των προσφύγων που φτάνουν στο Μάνχαϊμ μειώθηκε σημαντικά και μέχρι τις αρχές Απριλίου ο αριθμός των προσφύγων που ζούσαν σε αυτά τα στρατόπεδα είχε μειωθεί σε 2500.

Παρά τη μείωση αυτή, ο Preissler αμφιβάλει κατά πόσον το πρόβλημα έχει λυθεί. “Οι περισσότεροι από τους πρόσφυγες θα φύγουν από την πόλη μας στο επόμενο τρίμηνο, αλλά πολλοί από αυτούς εκτιμούμε ότι θα επιστρέψουν είτε γιατί πρόλαβαν να αναπτύξουν προσωπικές επαφές εδώ είτε γιατί εντόπισαν κάποιες επαγγελματικές ευκαιρίες. Κι εδώ εβ εντοπίζεται το μεγάλο δίλημμα της προσφυγικής κρίσης: το κράτος θέλει οι πρόσφυγες να κατανεμηθούν ομοιόμορφα σε πόλη τη χώρα. Οι ίδιοι οι πρόσφυγες όμως θέλουν να μείνουν στις πόλεις”. Τι κάνεις λοιπόν;

 

Κοινωνίες παράλληλες

Από τη μία πλευρά οι τρεις στρατώνες προσφέρουν στους πρόσφυγες πολύ καλύτερες συνθήκες διαμονής από ό,τι οι καταυλισμοί σκηνών που στήθηκαν σε πόλεις όπως το Αμβούργο ή το Βερολίνο. Μέσα στα στρατόπεδα υπάρχει ακόμη και ένα μικρό σούπερ μάρκετ που πουλάει τρόφιμα “χαλάλ” ώστε οι πρόσφυγες να διατρέφονται με βάση τις επιταγές της θρησκείας τους.

Από την άλλη όμως, οι στρατώνες είναι αυτό που η συντονίστρια της πόλης για το προσφυγικό, Δάφνη Χατζηανδρέου Boll αποκαλεί “μια πόλη μέσα στην πόλη”, η οποία σκοπίμως κρατάει τους πρόσφυγες χώρια από τον ντόπιο πληθυσμό.  Όπως λέει, το γεγονός ότι οι στρατώνες αποκτούν έναν χαρακτήρα “γκέτο”, ο οποίος δημιουργεί μια παράλληλη κοινωνία, αποδυναμώνει το κίνητρο της πόλης για να συντηρήσει τη γνωστή  κουλτούρα ενσωμάτωσης και αποδοχής.

“Υπάρχει μια κρίσιμη μάζα ώς προς τον αριθμό των ανθρώπων που μια πόλη μπορεί να ενσωματώσει. Αν υπάρξει κι άλλο μεγάλο κύμα προσφύγων, θα φτάσουμε σε ένα σημείο στο οποίο δεν θα μπορούμε να αντεπεξέλθουμε. Είμαι ωστόσο βέβαιος ότι ώς πόλη μπορούμε να δημιουργήσουμε κουλτούρα συνύπαρξης των διαφορετικών πολιτισμών που έχουμε εδώ αυτή τη στιγμή” λέει ο Preisller.

Από την πλευρά της, η Χατζηανδρέου-Boll παρατηρεί: “Πρέπει να φέρουμε την πόλη μέσα στους καταυλισμούς. Όταν έχεις ένα μεικτό πολιτιστικό περιβάλλον χωρίς ισχυρή εθνική ταυτότητα, τότε η πόλη πρέπει να θέσει τους κανόνες”. Τετράγωνη πόλη, τετράγωνη λογική…

Άρθρο με πληροφορίες από τον Guardian

Διαβάστε το πρωτότυπο άρθρο ΕΔΩ (αγγλική γλώσσα)