Search
Close this search box.

“Λεύκα: Τα τρένα που μένουν”

Χ. Γεωργίου

Αστικές επεμβάσεις σε ένα ενεργό μηχανουργείο

Περίληψη

Στοίχημα όταν καλείται κάποιος να διαχειριστεί τον “κενό” χώρο είναι η εξασφάλιση της ισορροπίας. Ειδικά όταν η εξεταζόμενη περιοχή αποτελείται από δυναμικά “τοπία” διαφορετικού χαρακτήρα και στην καρδιά της φιλοξενεί ένα εργοστάσιο (μηχανουργείο), εν ενεργεία. Πώς μπορεί η καθημερινότητα να συνομιλήσει με ένα βιομηχανικό τοπίο μέσα από τη σύνταξη χωρικών αφηγήσεων;

Ο δημόσιος χώρος εντοπίζεται ως συνδετήριος άξονας της περίκλειστης έκτασης του εργοστασίου του ΟΣΕ με τον περιβάλλοντα αστικό ιστό του Πειραιά, τόσο ως “σκληρή επιφάνεια” όσο και ως “πράσινη ανάσα” συναρμολογώντας επιμέρους υπαίθριες, ημι-υπαίθριες και εσωτερικού χώρου ενότητες.

Η πολυπλοκότητα είναι αυτή που μπορεί να αποκωδικοποιηθεί και να αφήσει “χώρο” στην εξέλιξη νέων δυναμικών. Στην παρούσα έρευνα μελετώνται οι βιομηχανικές εγκαταστάσεις του ΟΣΕ στην περιοχή “Λεύκα” του Πειραιά. Πρόκειται για μία περίκλειστη έκταση στην οποία από το 1884 τα τρένα “μένουν” ώστε να γίνουν όλες οι απαραίτητες επισκευές.
Ο δημόσιος χώρος προσεγγίζεται ως ένα δυναμικό πεδίο για την σύνδεση, την ισορροπία και την απομόνωση.

1 Η υπόθεση και η σύνθεση

Εικόνα 1 Πολεοδομικό σχέδιο Πειραιά

Ο Πειραιάς από το 1834 αποτελεί και επισήμως έναν τόπο συγκέντρωσης, συνδιαλλαγής και συνύπαρξης μεταξύ διαφορετικών πολιτισμών. Άνθρωποι από διαφορετικές κοινωνικές τάξεις συναντώνται είτε για να συντάξουν μία νέα ζωή ή σε ένα πέρασμα τους για εμπορικούς κυρίως λόγους.

Ένα ενδιάμεσο πεδίο ζύμωσης πριν την μετάβαση σε έναν άλλο τόπο ή στην καρδιά του λεκανοπεδίου. Το πρώτο λιμάνι της πρωτεύουσας Αθήνας (1833), η “Μαγκεστρία της Ελλάδος” (πρώτη βιομηχανική πόλη της χώρας) καθώς και ο πυρήνας του σιδηροδρόμου (Αθηνών – Πειραιώς, Πειραιάς- Κόρινθος, Πειραιάς- Λαμία).
Ο δημόσιος χώρος της περιοχής βασίζεται στην κίνηση. Μετακίνηση, διακίνηση, παρακίνηση. Έτσι διακρίνεται ότι το “τεχνητό-αστικό” τοπίο της αποτελείται από περάσματα, όχι σχεδιασμένους υπαίθριους χώρους και δομές που λειτουργούν σαν αντικείμενα στον χώρο, ευρύτερες ενότητες-συστήματα αλλά και κατακερματισμένες πτυχές. Η μεγάλη κίνηση έπαυσε με την αποβιομηχάνιση γύρω στα 1970 όπου μεγάλες βιομηχανικές εγκαταστάσεις εγκαταλείφθηκαν, γκρεμίστηκαν ή παρέμειναν εν μέρει ενεργές. Φυσικά τα σημάδια τους παραμένουν μέχρι και σήμερα εμφανή και καθορίζουν την εικόνα και την εμπειρία του δημόσιου χώρου. Είτε μέσω του “νεκρού-βιομηχανικού” τοπίου στο οποίο εντάσσονται τα εγκαταλελειμμένα βιομηχανικά κελύφη και τα “μπάζα”- μέρη μηχανών, τρένων κλπ. είτε μέσω του “φυσικού” τοπίου που εξαπλώνεται στις παλιές γραμμές του σιδηροδρόμου αλλά και κάποιων πάρκων που διατηρώντας ένα φουγάρο κατά τον σχεδιασμό τους φέρνουν τη θύμηση ενός παλιού “χαρακτήρα”.

Ανάμεσα σε δύο λόφους, σε μία “γούβα” την οποία διατρέχουν κατά μήκος, σαν ποτάμια, οι παλιές γραμμές του σιδηροδρόμου στον βορρά και οι σύγχρονες γραμμές του προαστιακού στον νότο το μηχανουργείο- εργοστάσιο του ΟΣΕ λειτουργεί σταθερά από το 1884. Μία “οχυρωμένη” έκταση που εκ πρώτης όψεως δείχνει να μην βρίσκεται σε λειτουργία αποτελεί νησίδα ανάμεσα στον ρυθμό της σύγχρονης πόλης.

Εικόνα 2 Ανάλυση περιοχής | φωτογραφίες, σκίτσα

Με αφετηρία τη θεωρία του E. Soja για τον “Τριτοχώρο” (“Thridspace”) και έχοντας ως αναφορά το έργο των Doris Salcedo, Gilles Clement, Rafael Moneo, Lina BoBardi και Cedric Price αναδιαμορφώνεται ένα “ενδιάμεσο τοπίο” στο οποίο εντυπώνεται η συνθήκη της μετάβασης, της συνύπαρξης, της νόησης και της χωρικής αφήγησης. Μάζες παλιών μερών σιδηροτροχιών λειτουργούν ως δομές στον δημόσιο χώρο. Διαφορετικής κλίμακας πλατείες, κελύφη ως χώροι πολιτισμού, κατοικίας, εκπαίδευσης κ.ά. μεταφέρουν την εικόνα και τη δομή της πόλης στο εσωτερικό των βιομηχανικών εγκαταστάσεων. Ταυτόχρονα, υπόστεγα- φίλτρα λειτουργούν ως ρυθμιστές της σχέσης δημόσιου, ιδιωτικού και βιομηχανικού χώρου.

Η βιομηχανική έκταση αντιμετωπίζεται ως μια μηχανή που επανασυναρμολογείται ώστε να δουλέψει για τον άνθρωπο.

2 Επί τω έργω

Στο βόρειο τμήμα της περιοχής προτείνεται η εξέλιξη ενός γραμμικού πάρκου παράλληλα με τις παλιές σιδηροδρομικές γραμμές με απόληξη τον παλιό σιδηροδρομικό σταθμό. Το νότιο τμήμα της περιοχής διασχίζεται από τις γραμμές του σύγχρονου προαστιακού σιδηροδρόμου απομονώνοντας το ένα μέρος των ενεργών εγκαταστάσεων. Ο κύριος κορμός των βιομηχανικών εγκαταστάσεων που παραμένει σε λειτουργία σχηματίζει ένα ανεστραμμένο “Τ”, συνεπώς η πλειοψηφία των επεμβάσεων κατά την παρούσα μελέτη γίνονται στους λοιπούς χώρους. Οι βασικές επεμβάσεις αφορούν τα σημεία σύνδεσης και διάνοιξης της περιοχής μελέτης με τον περιβάλλοντα αστικό ιστό. Στο ΒΔ τμήμα τοποθετούνται τα περισσότερα νέα προτεινόμενα κελύφη διαμορφώνοντας νέες γειτονιές σε συνέχεια με το άμεσο περιβάλλον επιχειρώντας και την ομαλή μετάβαση σε κλίμακα. Ο σχηματισμός των επιμέρους ενοτήτων επισημαίνεται και με μία κύρια σύνδεση βορρά νότου με σημείο αναφοράς το κέλυφος “Ροτόντα”, ένα από τα λίγα κηρυγμένα διατηρητέα κελύφη των εγκαταστάσεων.

Στο ανατολικό τμήμα της περιοχής διαμορφώνεται το κύριο ημι-υπαίθριο πλάτωμα ως χώρος πολιτισμού με αμφιθεατρική διαμόρφωση αλλά και τη δυνατότητα περιπάτου, στάσης και συσχετισμού ανάμεσα στην πόλη, τη βιομηχανία καθώς και του υφιστάμενου κελύφους που προτείνεται η αξιοποίηση του ως βοτανικός κήπος εσωτερικού χώρου, βιβλιοθήκη και αναψυκτήριο.

Ένα υπόστεγο που υπενθυμίζει την “μεσογειακότητα” και λειτουργεί ως δομή συγκριτικά σε κλίμακα με τις βιομηχανικές εγκαταστάσεις. Χαμηλές φυτεύσεις, μάζες από τα “μπάζα” των σιδηροτροχιών καθώς και μια νησίδα που συνδυάζει το φυσικό και τεχνητό διαμορφώνουν ένα νέο τοπίο στάσης με σεβασμό στον χαρακτήρα της περιοχής και το σήμερα.

Το ρόλο του “φίλτρου” αναλαμβάνουν μικρότερα υπόστεγα στα οποία σταθμεύουν οι συρμοί πριν την είσοδο τους στο εσωτερικό των εγκαταστάσεων και συντάσσουν πολλαπλές συνθήκες σε ότι αφορά τον δημόσιο χώρο με αυτό της βιομηχανικής χρήσης. Αντίστοιχο ρόλο σε ότι αφορά τη σχέση δημόσιου- ιδιωτικού σε επίπεδο κτιρίων πλέον αναλαμβάνουν οι στοές στο ισόγειο των νέων δομών για την εξασφάλιση της ομαλής μετάβασης μεταξύ των ισχυρά διαφορετικών κλιμάκων που χαρακτηρίζουν την περιοχή.

Χρήσεις εμπορίου, αναψυχής, υπηρεσιών, εκπαίδευσης, πολιτισμού αλλά και κατοικίας εντάσσονται στην πρόταση για την διασφάλιση της ροής καθ’ όλη την διάρκεια της ημέρας. Οι Λεύκες, σήμα κατατεθέν της περιοχής διατηρούνται και σε συνδυασμό με το γραμμικό πάρκο προσθέτουν μια “πράσινη ανάσα” στο γκρίζο τοπίο του Πειραιά. Συρραφές μεταξύ των ενοτήτων πραγματοποιούνται και εκεί που “χαμηλώνει το βλέμμα”. Εναλλαγές στην κλίμακα των πλακοστρώσεων, πατημένο χώμα, εμβυθισμένες ρόδες βαγονιών, διατήρηση του υφιστάμενου εδάφους σημάνουν τις κύριες και επιμέρους χωρικές αφηγήσεις της μελέτης.

Εικόνα 4 Ανάλυση επεμβάσεων

Η σύνταξη ενός νέου τοπίου που να σέβεται την διαφορετικότητα, το παρελθόν, το παρόν και την εξέλιξη. Η διαμόρφωση δυνατοτήτων για δράσεις και ο καθαρός ορισμός των ισχυρών σχέσεων. Η “συρραφή” δύο παράλληλων “κόσμων” με σεβασμό στις ανάγκες και των δύο.

Εικόνα 5 Απεικονίσεις σημείων επεμβάσεων
Βιβλιογραφία
Τσοκόπουλος Βάσιας. 1984. Πειραιάς, 1835-1870: εισαγωγή στην ιστορία του ελληνικού Μάντσεστερ. Αθήνα. Καστανιώτης
Σκουτέλα Μαρίνα. 2017. Τοπίο, ύλη, βλέμμα: εννοιολογικές και αισθητικές συσχετίσεις. Χανιά. Ερευνητική Εργασία Πολυτεχνείο Κρήτης, Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών
Λεοντίδου- Εμμανουήλ Λίλα. 2001. Πόλεις της σιωπής: εργατικός εποικισμός της Αθήνας και του Πειραιά, 1909-1940. Αθήνα. Πολιτιστικό Τεχνολογικό Ίδρυμα ΕΤΒΑ
Montaner Josep Maria. 2014. ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ, Κινήματα, Ιδέες και Δημιουργοί στο Δεύτερο Μισό του 20ου αιώνα.. Αθήνα. Νεφέλη
Guy Burgel. 2007. Η σύγχρονη ευρωπαϊκή πόλη, Τόμος ΙΙ από τον B’ Παγκόσμιο Πόλεμο έως σήμερα. Αθήνα. Πλέθρον
Soja, Edward W. 1996. Thirdspace. Malden (Mass): Blackwell
Επιβλέπων Καθηγητής: Αλέξιος Τζομπανάκης
Πολυτεχνείο Κρήτης, Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, Δεκέμβριος 2017

Το παραπάνω κείμενο αποτελεί εισήγηση στο 2ο Πανελλήνιο Συνέδριο “ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΧΩΡΟΣ +”, που διοργανώθηκε από το ΤΕΕ/ΤΚΜ, 28 – 30 Μαρτίου 2019 στη Θεσσαλονίκη.