Search
Close this search box.

Ν(ο)ημα ο ρόλος της θεατρικότητας στη νοηματοδότηση των δημοσίων χώρων της πόλης

                                                                                                                 Α. Βούζα, Δ. Φαρίδου

Περίληψη

H συγκεκριμένη μελέτη ερευνά τον επαναπροσδιορισμό των δημόσιων χώρων, εντοπίζοντας και αναδεικνύοντας τη θεατρικότητά τους. Διερευνώνται έννοιες όπως η πόλη και οι δημόσιοι χώροι της, καθώς είναι αυτοί που συγκεντρώνουν το μεγαλύτερο κομμάτι της δημόσιας ζωής και στις μέρες μας φαίνεται στην πλειοψηφία τους να υπολειτουργούν. Θα εντοπιστούν στοιχεία που επιβεβαιώνουν την τριπλή φύση των δημοσίων χώρων, δηλαδή την υλική υπόσταση, την κοινωνική και την άυλη. Με βάση αυτή την τριπλότητα, γίνεται μία προσπάθεια παραλληλισμού του δημόσιου χώρου με το θεατρικό. Έτσι αντιμετωπίζεται ο δημόσιος χώρος της πόλης ως θεατρική σκηνή, το άτομο μέσα στο χώρο ως ηθοποιός ή θεατής και η ιστορία που έχει να διηγηθεί ο χώρος και να την επεξεργαστεί το άτομο, ως το σενάριό του. Έπειτα, διερευνάται, με γνώμονα τη θεατρικότητα, πώς η ίδια μπορεί να τον επανανοηματοδοτήσει και να επαναπροσδιορίσει τη σχέση του με το άτομο.

Προκειμένου να κατανοηθούν σε μεγαλύτερο βάθος οι παραπάνω έννοιες, μελετήθηκαν με υποκειμενικό βλέμμα υπό το πρίσμα της θεατρικότητας οι περιπτώσεις τεσσάρων, διαφορετικών μορφών και ποιοτήτων, δημοσίων χώρων της Αθήνας τους οποίους συναντάμε στην καθημερινότητά μας. Εντοπίστηκαν τα σημεία που επιζητούν επανανοηματοδότηση στον κάθε χώρο ξεχωριστά, είτε με την ανάδειξη της υφιστάμενης θεατρικότητάς τους, είτε με την παραγωγή μίας νέας μορφής θεατρικότητας. Αυτή η διαδικασία έχει ως στόχο πέρα από την επαναλειτουργία του κάθε δημόσιου χώρου ξεχωριστά, την ένταξή τους σε ένα ενιαίο αφηγηματικό νήμα. Γενικεύοντας τη διαδικασία αυτή ως μία μορφή στατηγικής για την απόδοση νοήματος στο σύνολο των δημοσίων χώρων της σύγχρονης πόλης, ο στόχος είναι να λειτουργήσει η πόλη αφηγηματικά στο σύνολό της μέσω πολλαπλών διαπλεκόμενων νημάτων.

1 Ο δημόσιος χώρος

1.1 Η πόλη

Ο προσδιορισμός της έννοιας της πόλης δεν είναι μονοδιάστατος, καθώς εξαρτάται από πολλαπλές παραμέτρους. Η πόλη είναι ένα σύστημα χωρικών, κοινωνικών και άυλων στοιχείων. Οι σημερινές ιστορικές πόλεις όπως και η Αθήνα, είναι προιόντα της ιστορίας των αιώνων με αποτέλεσμα τη δημιουργία στρώσεων υλικού πολιτισμού που σήμερα συνυπάρχουν χωρικά συνθέτοντας μία ιδιαίτερη αισθητηριακή ατμόσφαιρα. Η πόλη επομένως υπό αυτό το πρίσμα αποτελεί ένα περιβάλλον που παράγει ενέργεια, συναισθήματα και ενθυμήσεις. Ένα περιβάλλον όπου ανέκαθεν αποτελούσε τη σκηνή στην οποία διαδραματίζονται πολυάριθμα σενάρια, αφηγούμενα διαφορετικές ιστορίες, τα οποία διαφαίνονται κυρίως στους δημόσιους χώρους της.

1.2 Ο αστικός δημόσιος χώρος

Ο αστικός δημόσιος χώρος έχει ως θεμελιώδη συνθήκη ύπαρξής του, την ελευθερία πρόσβασης όλων των ατόμων σε αυτόν.

Αποτελεί ένα χώρο που σχεδιαστικά μέσα από την κλίμακα και την οργάνωσή του οφείλει να προσκαλεί ένα μεγάλο αριθμό ατόμων.

Απαγκιστρωμένος από την καθαρά χωρική του υπόσταση μέσα σε μια πόλη, η μεγάλη σημασία του δημόσιου χώρου έγκειται στην κοινωνική του διάσταση. Βασικός του ρόλος είναι να λειτουργεί ως χώρος επικοινωνίας και κοινωνικής συναναστροφής.

Πέρα από τη χωρική και κοινωνική του διάσταση, διαθέτει και μια άυλη που σχετίζεται με τις αισθήσεις, την αντιληπτική ικανότητα και τα ψυχικά ενεργήματα. Η φαντασία, οι συνειρμοί, τα συναισθήματα είναι στοιχεία προσωπικά και αδιόρατα, που παίζουν όμως καθοριστικό ρόλο στη σχέση που θα αναπτύξουμε με το χώρο και κατά πόσο θα τον οικειοποιηθούμε. Όσα νιώθουμε και βιώνουμε σε ένα χώρο είναι αυτά που μας κάνουν να θέλουμε να μείνουμε ή να φύγουμε από αυτόν.

Η επιτυχής λειτουργία ενός δημοσίου χώρου συνεπώς, θεωρούμε πως εξασφαλίζεται από την ισορροπία και τη συνδιαλλαγή που καταφέρνει να έχει μεταξύ των τριών αυτών φύσεων.

Από το 19ο αιώνα, όπου οι πόλεις μεγεθύνονται απότομα, όπως συμβαίνει και στην περίπτωση της Αθήνας, αρχίζει να παρατηρείται μία παθητικότητα στη σχέση του ατόμου με το δημόσιο χώρο.

Στη δική μας έρευνα εστιάζουμε σε αυτό που θεωρούμε εμείς σημείο τομής στο πρόβλημα αυτό, την εύρεση νοήματος στο χώρο.

2 Θεατρικότητα στο δημόσιο χώρο

Η θεατρικότητα είναι μία επικοινωνιακή ενέργεια που μπορεί να υπάρξει πέρα από το χώρο του θεάτρου και στην καθημερινή ζωή των δημόσιων και ιδιωτικών χώρων. Χρησιμοποιώντας τη σαν εργαλείο ανάγνωσης της πόλης θα εντοπίσουμε τη σχέση της με τις τρεις διαστάσεις του δημόσιου χώρου.

2.1 Θεατρικότητα-υλική διάσταση

Κατ’ αναλογία της θεατρικής σκηνής, ο δημόσιος χώρος της πόλης, μπορεί να ειδωθεί σαν το σταθερό σκηνικό της ανθρώπινης συνύπαρξης. Όσον αφορά λοιπόν την υλική του υπόσταση, ο ίδιος ο χώρος, ο σχεδιασμός του, το ευρύτερο περιβάλλον του, το φυσικό στοιχείο και ο εξοπλισμός που διαθέτει, αποτελούν το σκηνικό της εν δυνάμει «θεατρικής σκηνής». Η ύπαρξη «σκηνικού» προϊδεάζει το άτομο για το ρόλο που καλείται να ενσαρκώσει και τη δράση που πρόκειται να πραγματοποιήσει στο συγκεκριμένο χώρο.

2.2 Θεατρικότητα-κοινωνική διάσταση

Στο θέατρο, οι ηθοποιοί ενσαρκώνουν τους ρόλους του εκάστοτε θεατρικού συγγραφέα. Δε νοείται θέατρο χωρίς τη δράση του ηθοποιού. Αντίστοιχα, στην πραγματικότητα, δε νοείται δημόσια ζωή και δημόσιος χώρος χωρίς την ύπαρξη και τη δράση του ανθρώπου. Οι καθημερινές ανθρώπινες συμπεριφορές, σε συνδυασμό με τα παραπάνω σκηνικά είναι αυτά που πλάθουν τα αστικά σενάρια.Όταν η δράση του ατόμου σε ένα χώρο είναι ικανή να ανατρέψει τις συνθήκες που επικρατούν σε αυτόν, αναλαμβάνει το ρόλο του ηθοποιού και διαμορφώνει την «παράσταση» της εκάστοτε αστικής σκηνής, με θεατή όποιον τον παρατηρεί. Μπορεί έτσι μέσα από τη δράση του, να ενεργοποιήσει ένα χώρο και να προσδώσει θεατρικότητα σε αυτόν.

2.3 Θεατρικότητα-άυλη διάσταση

Εξίσου σημαντική είναι και η ύπαρξη του σεναρίου, που ενεργοποιεί όλα τα δυνητικά χαρακτηριστικά του χώρου.
Ο ανθρώπινος νους αντιλαμβάνεται το χώρο όχι μόνο χρηστικά, αλλά και υποσυνείδητα. Πρόκειται για μία φαντασιακή ανάγνωση που ξεπερνά το αισθητό και το προφανές και έχει να κάνει με τα ερεθίσματα που δέχεται το άτομο.Ο τόπος έτσι αποκτά σενάριο, υποκειμενικά διαβαζόμενο στο νου του κάθε επισκέπτη.Αυτό το σενάριο αποτελεί και την άυλη υπόσταση του χώρου. Για παράδειγμα, η ιστορική εξέλιξη των πόλεων όπως και της Αθήνας, είναι ένα στοιχείο μη προφανές στο σύγχρονο αστικό ιστό, παρά μόνο μέσα από θραύσματα διαφορετικών ιστορικών περιόδων. Παρόλα αυτά, όπως η αρχαιολογική ανασκαφή βυθίζεται σε επάλληλες στρώσεις των καιρών συσχετίζοντας χωρικά ό,τι στο χρόνο υπήρξε χωρισμένο, έτσι και η μνήμη ανασκάπτει νοερά την πόλη αναγνωρίζοντας στη χωρική τους συνύπαρξη διαφορετικές εποχές.

Όταν στο δημόσιο χώρο, ο χώρος με τον άνθρωπο και το σενάριο καταφέρνουν να βρίσκονται σε αρμονία, τότε ίσως να μπορεί να επιτευχθεί μία «τέλεια αστική πράξη».

3 Νοηματοδότηση του δημοσίου χώρου

Η θεατρικότητα σαν εργαλείο, είναι ικανή να συμβάλλει στη νοηματοδότηση των δημοσίων χώρων της πόλης. Επομένως σε χώρους που είναι εν ενεργεία και γίνεται αντιληπτή από όλους παράγει νόημα, ενώ σε χώρους που είναι εν δυνάμει πρέπει να ενεργοποιηθεί ή να ενισχυθεί.

3.1 Νόημα μέσω της εν ενεργεία θεατρικότητας

Χώροι με έντονο χαρακτήρα, χώροι με στρατηγικό σχεδιασμό αλλά και κυρίως χώροι με έντονο ιστορικό υπόβαθρο, έχουν ενεργή θεατρικότητα, καθώς διαθέτουν αυτοαναφερόμενο σκηνικό που διηγείται αβίαστα τη δική του ιστορία και σε καλεί να τη μετατρέψεις σε βίωμα.Ο χώρος επομένως είναι ο αφηγητής και το άτομο ο ακροατής. Οι χώροι αυτοί έχουν τη δύναμη να προκαλούν συναισθηματική και εγκεφαλική διέγερση στο άτομο, και να κάνουν ξεκάθαρο το ρόλο του.

3.2 Νόημα μέσω της εν δυνάμει θεατρικότητας

Υπάρχουν χώροι όπου η θεατρικότητά τους δεν είναι ευδιάκριτη, αποζητώντας την ανθρώπινη επέμβαση μέσω ανθρώπινων δράσεων ή εφήμερων προστιθέμενων σκηνικών για να ενεργοποιήσει τις εν δυνάμει ποιότητές τους. Το νόημα του χώρου ενεργοποιείται όσο αλλάζει η εμπειρία του χώρου.

Όσον αφορά τις ανθρώπινες δράσεις, το σενάριο δεν είναι ήδη γραμμένο από το χώρο, γράφεται τη στιγμή της δράσης, εισάγει το άτομο σε εμπειρίες οικειοποίησης του χώρου και τον επανανοηματοδοτεί.Ως δράση μπορούμε να ορίσουμε γεγονότα που γίνονται επίκεντρο ενδιαφέροντος του κοινού στην αστική ζωή καθιστώντας το χώρο θεατρική σκηνή μίας παροδικής αστικής πράξης, όπως ένα τυχαίο γεγονός (πχ ατύχημα), ψυχαγωγικές δράσεις πλανόδιων καλλιτεχνών με τις “παραστάσεις” τους, οργανωμένες δράσεις όπως οι παρελάσεις στις εθνικές γιορτές κ.α. Η θεατρικότητα σε ένα χώρο, μπορεί επίσης να ενισχυθεί μέσα από την προσθήκη σκηνικών που υποστηρίζουν ένα σενάριο. Αφορά δηλαδή την προσθήκη εφήμερων κατασκευών που οργανώνουν το χώρο, υποστηρίζουν ένα προσωρινό γεγονός και θέτουν σε προσωρινή λειτουργία τις τρεις φύσεις του χώρου.
Τα παραπάνω μέσα έρχονται να ενισχύσουν μια πτυχή της θεατρικότητας των χώρων που βρίσκεται εν δυνάμει και εν εξελίξει και όχι εν ενεργεία, παράγοντας νόημα. Εξισορροπούν τις τρεις φύσεις του χώρου, τονώνοντας κάθε φορά αυτή που υπολειτουργεί.

Χώροι που έχουν νόημα είτε διαχρονικό είτε προσωρινό, που προέρχεται από την έμφυτη ή την παραγόμενη θεατρικότητά τους, είναι ικανοί να δημιουργήσουν βιώματα και εμπειρίες, κάτι το οποίο οδηγεί σε ανάπτυξη σχέσεων οικειοποίησης με το χώρο και κοινωνικοποίησης με τα υπόλοιπα άτομα

4 Νήμα

Σκοπός του κεφαλαίου αυτού, είναι με υποκειμενικό βλέμμα, να γίνει μία προσπάθεια παρατήρησης όλων όσων αναλύθηκαν, σε δημόσιους χώρους της Αθήνας που αποτελούν μέρος της καθημερινότητάς μας. Δημόσιοι χώροι με τους οποίους έχουμε αναπτύξει μία βιωματική σχέση και τους οποίους προσπαθούμε να δούμε με άλλα μάτια.
Τι χαρακτηριστικά και τι ποιότητες μπορούμε να αναγνωρίσουμε σε αυτούς, υπό το πρίσμα της εν ενεργεία ή της εν δυνάμει θεατρικότητάς τους;
Πώς αν αντιμετωπιστούν σαν ένα νήμα, το οποίο δε θα ορίζεται μόνο από τη χωρική τους επαφή, αλλά και από τη νοηματική τους αλληλουχία, θα μπορέσουν να αφηγηθούν μια ενιαία ιστορία;
Έτσι, επιλέγουμε να μελετήσουμε ένα νήμα δημοσίων χώρων, το οποίο θεωρούμε πως είναι ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα της ιστορίας της Αθήνας. Πρόκειται για δημόσιους χώρους διαφορετικών μορφών (δρόμος, πεζόδρομος, πλατεία, λόφος). Οι χώροι αυτοί είναι η οδός Πατησίων, ο πεζόδρομος της Αιόλου, η πλατεία Μοναστηρακίου και ο λόφος του Αρείου Πάγου.

4.1 Η αφήγηση

Αφετηρία της ιστορίας αποτελεί η οδός Πατησίων.
Η θεατρικότητά της Πατησίων θεωρούμε πως είναι εν δυνάμει, καθώς ενώ υπάρχει έντονη ανθρώπινη παρουσία αλλά και υλικά και άυλα στοιχεία που σχετίζονται με την ιστορία του, δεν έχουν τη δύναμη να την ενεργοποιήσουν.
Όσον αφορά την υλική διάσταση του χώρου, τα σκηνικά του είναι πολυσύνθετα. Ώσπου να καταλήξει κανείς στην Αιόλου διέρχεται από σημαντικά τοπόσημα όπως το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, το Πολυτεχνείο, την κατοικία της Μαρίας Κάλλας κ.α.. Το μεγαλύτερο όμως κομμάτι της οδού καταλαμβάνουν ψηλά νεότερα κτίρια σε κακή κατάσταση, που συχνά δεν έχουν καμία χρήση. Τα κτίρια αυτά διαμορφώνουν τη μεγάλη κλίμακα του χώρου. Το σκηνικό εμπλουτίζει ο λόφος της Ακρόπολης στο βάθος.
Όσον αφορά την κοινωνική διάσταση του δρόμου, παρόλο που η ανθρώπινη παρουσία είναι έντονη, η ροή και η βιασύνη έχει αντικαταστήσει τη στάση και την επικοινωνία. Δεν υπάρχει δηλαδή αλληλεπίδραση χώρου-ατόμου. Το άτομο χρησιμοποιεί το δρόμο μονάχα για τη γρήγορη μετάβασή του σε άλλους χώρους πιο φιλόξενους και λειτουργικούς. Υπό αυτές τις συνθήκες, τα άτομα όντας κινούμενες φιγούρες, χάνουν τη μοναδικότητά τους και αφομοιώνονται με το πλήθος.
Όσον αφορά την άυλη διάσταση του δρόμου, τα ιστορικά κτίρια και η θέα προς την Ακρόπολη ενεργοποιούν τη μνήμη του περιπατητή. Οι περισσότερες αισθήσεις του δέχονται όμως αρνητικά ερεθίσματα (καυσαέριο, δυσοσμίες, θόρυβος), ενώ τα όρια του δρόμου περιορίζουν τη δράση του εντός του πεζοδρομίου.Επιπλέον, οι σκοτεινές στοές και οι γκρίζες προσόψεις καθιστούν το περιβάλλον της Πατησίων μουντό. Ο πεζός επομένως συνδέει το δρόμο με την εικόνα της ατονίας και της εγκατάλειψης.

Η Αιόλου ως προέκταση της Πατησίων, αποτελεί τη συνέχεια του νήματός μας. Σε αυτό το σημείο της ιστορίας, ξεκινάει ένα νέο κεφάλαιο, το οποίο απορροφά τον περιπατητή και αρχίζει να γίνεται κομμάτι της.

Η ιστορικότητα αυτού του πεζοδρόμου, σε συνδυασμό με την εμπορική και ψυχαγωγική του ταυτότητα παράγει μία σχέση οικειοποίησης σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα. Οι τρεις φύσεις του χώρου δείχνουν να αλληλοσυμπληρώνονται, παράγοντας έντονη θεατρικότητα και νοηματοδοτώντας τον σε πολλά επίπεδα ως θεατρικό–αστικό χώρο.

Η υλική υπόσταση της Αιόλου διαφέρει σημαντικά από αυτή της Πατησίων, διαθέτοντας εναλλασσόμενα σκηνικά με έντονη αυτοαναφορικότητα. Όσο περπατάς, οι εναλλαγές των εικόνων είναι πολλές με σταθερή, αυτή της Ακρόπολης που καδράρεται προοπτικά στο βάθος. Τα νεοκλασικά κτίρια, συνδιαλέγονται με θραύσματα της αρχαιότητας, συγκροτώντας ένα σκηνικό που υπερβαίνει το χώρο και σε ταξιδεύει μέσα στο χρόνο. Τα χρώματα γίνονται πιο φωτεινά, πιο ζεστά και η κλίμακα μικραίνει.

Η κίνηση δεν εμποδίζεται από αυστηρά όρια, επομένως διαχέεται και οι ρυθμοί της επιβραδύνονται. Η ανθρώπινη αλληλεπίδραση είναι εμφανής, ειδικά στους χώρους εστίασης και στα καταστήματα. Συνεπώς, στην Αιόλου άτομο και χώρος αποκτούν μια σχέση πιο ισχυρή.

Ως προς την άυλη υπόστασή της, διαθέτει διασκορπισμένα θραύσματα της ιστορίας, των οποίων τα ίχνη είναι ορατά και ενεργοποιούν τη μνήμη του περιπατητή. Οι μυρωδιές από τα εστιατόρια, το ηχητικό τοπίο που διαμορφώνει ο κόσμος και οι πλανόδιοι καλλιτέχνες, ισχυροποιούν τα θετικά συναισθήματα, προκαλώντας το άτομο να δράσει και να συμμετάσχει σε ό,τι συμβαίνει γύρω του.

To κεφάλαιο πάλι αλλάζει και ο περιπατητής φτάνει πιο κοντά στο τέλος της αφήγησης.
Περπατώντας από τη Μητροπόλεως, φτάνει στην πλατεία Μοναστηρακίου. Βρίσκεται πλέον σε ένα δημόσιο χώρο ανοιχτό, φωτεινό, ζωντανό, χρωματιστό που μέσα από τα σκηνικά του, ξεδιπλώνει την ιστορία της Αθήνας.

Το σκηνικό της είναι σύνθετο όπως και της Αιόλου. Πάνω στην πλατεία είναι ορατά τα ίχνη της κοίτης του ποταμού Ηριδανού και γνωστά ιστορικά κτίρια τα οποία συνυπάρχουν με νεότερα κτίρια, και μικρά κτίσματα του 19ου αιώνα, αλλά και το βράχο της Ακρόπολης που φαίνεται σε δεύτερο επίπεδο. Αυτή η εναλλαγή εικόνων που αντιστοιχούν σε διαφορετικές εποχές, κάνει το σκηνικό της πλατείας πολυσήμαντο.

Η ταχύτητα κίνησης των ατόμων, αυξάνεται σε σχέση με την Αιόλου. Η πλατεία σήμερα λειτουργεί πιο πολύ ως μεταβατικός χώρος στο μεγαλύτερό της τμήμα, λόγω τη ύπαρξης του σταθμού μετρό, κάτι το οποίο έχει ως αποτέλεσμα, οι κοινωνικές συναναστροφές να έχουν σύντομο χαρακτήρα.Άτομο και χώρος δεν έχουν την ίδια στενή επαφή όπως στην Αιόλου, παρά μόνο όταν λαμβάνει χώρα κάποια ψυχαγωγική δράση πλανόδιων καλλιτεχνών που συγκεντρώνει γύρω της θεατές.
Όσον αφορά την άυλη υπόστασή της, το υλικό της υπόβαθρο έχει τη δύναμη να σου αφηγηθεί πολλές ιστορίες ταυτόχρονα. Το σενάριο της πλατείας επομένως είναι ισχυρό, δείχνει όμως να χρειάζεται μια άλλου είδους ανάγνωση, ώστε να δημιουργεί τις προυποθέσεις για συνυπάρξεις μεγαλύτερης διάρκειας.

Η άκρη του νήματος αρχίζει να ξετυλίγεται. Έχουμε φτάσει στον επίλογο της ιστορίας.
Έπειτα από μία ανηφορική διαδρομή, καταλήγουμε στο σημείο που αποτελεί, το τέλος της αφήγησής μας, το λόφο του Αρείου Πάγου. Μόλις βρεθείς εκεί, μπορείς να παρατηρήσεις από ψηλά και να θυμηθείς όλα όσα είδες, άκουσες, ένιωσες, άγγιξες. Μπορείς να ανατρέξεις σε όλη την ιστορία και να τη δεις με άλλα μάτια.
Η κλίμακα ορίζεται από το φυσικό ανάγλυφο του λόφου φανερώνοντας την κυριαρχία πλέον της φύσης πάνω στην πόλη.Η εικόνα που εκλαμβάνει τώρα ο περιπατητής αποτελεί τον ορισμό της σκηνικής πολυμορφίας.
Η ανθρώπινη παρουσία διαμορφώνεται από επισκέπτες – παρατηρητές που επιλέγουν μία συνειδητη στάση στο λόφο.Η ταχύτητα κίνησης είναι πλέον μηδαμινή. Στο λόφο, άτομο και χώρος διαμορφώνουν μία ισχυρή σχέση. Το ατόμο περισσότερο από κάθε άλλη φορά, δεν χάνεται μέσα στην πολλαπλότητα των πληροφοριών, ξεχωρίζει ως οντότητα και διαθέτει ξεκάθαρο ρόλο. Δεν αποπροσανατολίζεται. Γνωρίζει το ρόλο και το λόγο ύπαρξής του στο χώρο. Είναι εκεί να υπερβεί το χώρο και το χρόνο και να ακούσει προσεκτικά την ιστορία που έχει να του διηγηθεί η πόλη.
Η δυναμική του χώρου αυτού και η ατμόσφαιρά του, πηγάζουν από το συνδυασμό της φυσικής του απλότητας με την άυλη συμβολική του πολλαπλότητα που γεννά αισθήσεις εντονότερες από κάθε άλλο χώρο. Η θεατρικότητά του επομένως δεν θα μπορούσε παρά να είναι ενεργή παράγοντας νόημα.

4.2 Επανανοηματοδότηση

Και ποιο άραγε να είναι το νόημα της παραπάνω ιστορίας; Και τι είναι αυτό που την καθιστά ιστορία με αρχή, μέση και τέλος;
Η θεατρικότητα επομένως, ως φορέας νοηματοδότησης μπορεί να δράσει ως καταλύτης στη σχέση οικειοποίησης μεταξύ χωρου και ατόμου.
Oι δημόσιοι χώροι ήδη αφηγούνται ιστορίες, αλλά δύσκολα αντιλαμβάνεται κανείς την αφηγηματική αλληλουχία τους.Δημόσιοι χώροι μπορούν να συνδεθούν νοητά σε δίκτυα, μέσω ενός σεναρίου που σου δίνει την ευκαιρία να «χάνεσαι» στην πόλη μέσα από μια ιστορία που σου διηγείται. Έτσι, αποσυνθέτεις την εικόνα της, συλλέγεις τα θραύσματά της και τα επανενώνεις σε μία ενιαία ιστορία ή αλλιώς σε ένα νήμα.

Το δικό μας νήμα ξεκινά από την Πατησίων και καταλήγει στο Λόφο. Μέχρι στιγμής είναι νήμα γιατί ο δικός μας τρόπος ανάγνωσης το έχει επιτρέψει.
Τι χρειάζεται όμως για να ενταχθούν οι χώροι που αναλύθηκαν σε μια ενιαία διήγηση;
H Πατησίων και η Αιόλου δείχνουν να διηγούνται δυο ασύμβατες ιστορίες. Η Πατησίων ανήκει στους δημόσιους χώρους που δεν μπορούν να έρθουν σε ουσιαστική επαφή με τον περιπατητή. Ως χώρος όμως δυνητικά έχει τη δύναμη να εξυπηρετεί περισσότερους σκοπούς, αρκεί να επέλθει σε μία διαδικασία επαναπροσδιορισμού της αφηγηματικής του ικανότητας.
Έτσι, για να μπορέσει να αποκτήσει αφηγηματικό χαρακτήρα, χρειάζεται να ζωντανέψει το νεκρό σκηνικό του. Ένας τρόπος θα ήταν, να ενισχυθούν τα κενά ισόγεια με πολιτιστικές χρήσεις με τη μορφή εκθέσεων και εγκαταστάσεων σχετικών με την ιστορία του δρόμου.Ακόμη, σκηνικά όπως πρόσθετες επιφάνειες που θα περνούν μηνύματα σχετικά με την ιστορία των κτιρίων μπορούν να τοποθετηθούν στις εγκαταλελειμμένες προσόψεις κτιρίων δημόσιας χρήσης μέχρι να δρομολογηθεί η αποκατάστασή τους.
Η ιστορία της Αιόλου και του λόφου είναι ξεκάθαρη και έντονη. Το ίδιο ισχύει και για την πλατεία Μοναστηρακίου, της οποίας όμως, ενώ η αφηγηματική ικανότητα και η θεατρικότητά της είναι ισχυρές, η ταχύτητα μεταβολής των γεγονότων, δε βοηθάει το άτομο να την αναγνώσει πλήρως.Αυτό που ίσως να χρειάζεται επομένως η πλατεία θα ήταν να “παγώσει” ο χρόνος μέσω ενός οργανωμένου σκηνικού (πχ έκθεση σχετική με την ιστορία της πλατείας) ή μιας δράσης, ώστε το άτομο, αφενός να μπορέσει να αφομοιώσει την πολλαπλότητα των πληροφοριών και αφετέρου να μπορέσει να συνδέσει νοηματικά τα κεφάλαια της ιστορίας.

Εικόνα 1: Το νήμα

Επίλογος

Αυτό που ίσως να έχει ανάγκη συμπερασματικά η σημερινή πόλη και πιο συγκεκριμένα η Αθήνα, είναι μία στρατηγική αντιστροφή που θα την μεταμορφώσει, που θα μπορέσει να εξισορροπήσει τις φύσεις των δημοσίων χώρων της και να τους αποδώσει νοήματα.
Καθένας από τους αναφερόμενους τρόπους νοηματοδότησης των δημόσιων χώρων, έχει ως απώτερο στόχο να λειτουργήσει η πόλη αφηγηματικά στο σύνολό της. Να αποτελέσει μέρος ενός σεναρίου, διηγούμενη την αλήθεια της, στην οποία θα μπορούν να πάρουν μέρος τα άτομα και να ακολουθήσουν το «νήμα» της επιλογής τους.

Βιβλιογραφία
De Certeau, M. (1984), Walking in the City. In The Practice of Everyday Life, Berkeley and Los Angeles: The University of California Press.
Lefevre Η. (1977), Δικαίωμα στην πόλη, Εκδόσεις: Παπαζήση
Levy P. (1995), Δυνητική πραγματικότητα, η φιλοσοφία του πολιτισμού και του κυβερνοχώρου, Παρίσι, Εκδόσεις: Κριτική
Simmel G. (1993), Πόλη και Ψυχή, Εκδόσεις: Έρασμος
Πατρικαλάκης Φ. (1992), Ιστορία της σκηνογραφίας 19ος-20ος αιώνας, Αθήνα, Εκδόσεις: Αιγόκερως
Πίτσιος Η. (2005), Δημόσιος χώρος και κοινωνική επαφή
Σταυρίδης Σ. (1990), Η συμβολική σχέση με το χώρο, Εκδόσεις: Κάλβος
Στεφάνου Ι., Μητούλα Ρ. (2003), Η παγκοσμιοποίηση, η Ευρωπαική ενοποίηση και η φυσιογνωμία της ελληνικής πόλης, Εκδόσεις: Παπαζήση
Σωτηροπούλου Τ. (2015, 21 Απριλίου) «Πρωτόκολλα της Αθήνας», τα αστικά θεατρικά σενάρια του Αριστείδη Αντονά