Search
Close this search box.

Ο δημόσιος χώρος στον πολεοδομικό σχεδιασμό – Αγ. Νάπα Κύπρου

Κ. Μουντανέα, Χ. Ραφτοπούλου


Περίληψη

Η παρούσα εργασία, ακολουθώντας τον άξονα «Αναθεωρήσεις του Δημόσιου Χώρου», ασχολείται με την προβληματική του δημόσιου χώρου στην Κύπρο και συγκεκριμένα στο αναπτυσσόμενο θέρετρο της Αγίας Νάπας. Η αξιοποίηση του τουριστικού φαινομένου ως βασικού μηχανισμού ανάπτυξης φαίνεται να παράγει μια πόλη δύο ταχυτήτων: από τη μία πλευρά ένα παραλιακό μέτωπο ξενοδοχειακών μονάδων που εκτονώνεται σε ένα μικρό αστικό κέντρο εμπορίου και αναψυχής και από την άλλη μια διάσπαρτη οικιστική εγκατάσταση του ντόπιου πληθυσμού προς το βορρά.

Προκύπτει έτσι το ερώτημα της αξίας του παραγόμενου δημόσιου χώρου στην κάθε περίπτωση, όσο και συνολικά. Τίθενται συγκεκριμένοι προβληματισμοί σχετικά με τον τρόπο δημιουργίας του και τις διαδικασίες θεσμοθέτησής του. Τελικά, από ποιους και σε ποιον απευθύνονται αυτοί οι χώροι και ποια έννοια του «δημόσιου» εκπροσωπούν κάθε φορά;

Στόχος της εργασίας είναι η διερεύνηση του ρόλου του σχεδιασμού στην περίπτωση μιας ραγδαίως αναπτυσσόμενης τουριστικά περιοχής μέσα από τη μελέτη των πολεοδομικών εργαλείων, θεσμικών και πρακτικών, που διαμορφώνουν τον αστικό δημόσιο χώρο στην Κύπρο και εν προκειμένω στην Αγία Νάπα.

Η εργασία αναδεικνύει απουσία ολιστικής και ανθρωποκεντρικής μέριμνας για το δημόσιο χώρο σε κεντρικό, στρατηγικό επίπεδο σχεδιασμού. Οι πολεοδομικές πρακτικές οδηγούν σε ρευστότητα των ορίων μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού, καθώς ο χώρος αποτελεί ανά πάσα στιγμή προϊόν διαπραγμάτευσης μεταξύ ιδιώτη και πολεοδομικών αρχών, με αποτέλεσμα ad hoc λύσεις που κατασκευάζουν αποσπασματικούς δημόσιους χώρους διαφορετικών ταχυτήτων. Το επίδικο είναι κατά πόσον, εν τέλει, προκύπτει ένα ζωντανό αστικό τοπίο, ικανό να φέρει στοιχεία συνύπαρξης και κοινωνικής ζωής.

1 Εισαγωγή

Η εργασία διερευνά τους τρόπους με τους οποίους ο επίσημος πολεοδομικός σχεδιασμός “κατασκευάζει” το δημόσιο χώρο στην Αγία Νάπα της Κύπρου, μια περιοχή έντονης τουριστικής ανάπτυξης.

Με αφορμή την πρωτοβουλία του Δήμου για τη διενέργεια ενός εργαστηρίου αστικού σχεδιασμού, τέθηκε το ζήτημα του δημόσιου χώρου στις περιοχές οικιστικής ανάπτυξης (αμιγούς κατοικίας). Η τοπική αρχή τόνισε την απουσία ανοιχτών χώρων που ν’ απευθύνονται στους κατοίκους στις εν λόγω περιοχές και κάλεσε τις αρχιτεκτονικές σχολές του Πανεπιστημίου Frederick της Λευκωσίας και του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου να καταθέσουν τις προτάσεις τους για δύο πάρκα γειτονιάς σε συγκεκριμένη κρατική γη.

Το εργαστήριο δημιούργησε έναν προβληματισμό σε σχέση με το ρόλο του σχεδιασμού στην παραγωγή του δημόσιου αστικού χώρου. Ήδη από την πρώτη επαφή με την περιοχή, είναι εμφανής η έλλειψη διαμορφωμένων ανοιχτών χώρων στις περιοχές νέας οικιστικής ανάπτυξης και ο ασαφής χαρακτήρας υφιστάμενων τέτοιων χώρων στο τουριστικά φορτισμένο κέντρο. Η μεγάλη διαφοροποίηση ως προς τις εντάσεις κυκλοφορίας, πυκνότητας και χρήσεων που εμφανίζουν η οικιστική περιοχή, το πολυλειτουργικό κέντρο και η παραλιακή ζώνη τουρισμού αποτυπώνεται στο δημόσιο χώρο.

Το ερώτημα που προκύπτει αφορά στον τρόπο με τον οποίο ο επίσημος σχεδιασμός μεριμνά για το ζήτημα της παραγωγής και θεσμοθέτησης των χώρων αυτών.

2 Μεθοδολογία

Η ανάλυση της περιοχής εστίασε στην τουριστική ένταση και την οικιστική “απομόνωση” αξιοποιώντας στατιστικά δεδομένα. Στη συνέχεια μελετήθηκε το θεσμικό πλαίσιο ώστε να εντοπιστούν κατευθύνσεις, πολιτικές και μέθοδοι σχεδιασμού ανοιχτών δημόσιων χώρων.

Ο προγραμματισμός που κάνουν αυτού του είδους τα πολεοδομικά εργαλεία (στρατηγικός σχεδιασμός) επιτρέπει την αντιμετώπιση των σχέσεων μεταξύ των διαφόρων αστικών ζητημάτων (δραστηριότητες, μεταφορές, κοινωφελείς λειτουργίες κ.ά.), συνδέοντας μέσω διαφορετικών χωρικών επιπέδων τους στόχους μιας περιοχής με την ποσοτική διάσταση της υλοποίησής τους (Ανδρικοπούλου et al. 2007). Η μελέτη λοιπόν αυτών των εργαλείων, παρά την αναφορά τους σε μεγάλες κλίμακες, μπορεί να προσφέρει στην έρευνα για τον αστικό δημόσιο χώρο.

3 Ανάλυση της περιοχής

Η Αγία Νάπα καταλαμβάνει το νοτιοανατολικό τμήμα της Κύπρου, με έκταση313,36 km2, ανήκει στο ελεύθερο τμήμα της Επαρχίας Αμμοχώστου και ανακηρύχθηκε σε Δήμο μόλις το 1991. Έχοντας φυσική ομορφιά λόγω των αμμωδών ακτών, γνώρισε μεγάλη οικονομική και τουριστική ανάπτυξη τα τελευταία χρόνια.

Χάρτης 1 Η θέση της Αγίας Νάπας στο χάρτη της Κύπρου
Η θέση της Αγίας Νάπας στο χάρτη της Κύπρου

Δείγματα κατοίκησης που εντοπίζονται στο χώρο χρονολογούνται από την προ-νεολιθική περίοδο (8.500 – 10.500 π.Χ.), ωστόσο μέχρι τα τέλη του 20ου αιώνα επρόκειτο για αραιοκατοικημένη περιοχή γεωργών και ψαράδων. Σύμφωνα με την έκθεση του Τοπικού Σχεδίου, ο βίαιος διαχωρισμός του νησιού μετά την τουρκική εισβολή το 1974 καθώς και οι πολιτικές της Κυβέρνησης για ανάκαμψη της κυπριακής οικονομίας μέσα και από την τουριστική ανάπτυξη, συνέτειναν στη ριζική και ραγδαία μεταβολή της Αγίας Νάπας σε έναν από τους δημοφιλέστερους τουριστικούς προορισμούς στην ανατολική Μεσόγειο.

Το γεγονός αυτό θεωρείται κομβικής σημασίας για τη μετέπειτα εξέλιξη και διαμόρφωση του ιστού της περιοχής. Η ραγδαία αύξηση του πληθυσμού -μόνιμου και μη- και η ανεξέλεγκτη τουριστική ανάπτυξη οδήγησε σε μια πόλη δύο ταχυτήτων, στοιχείο το οποίο αποτυπώνεται στην οργάνωση του χώρου.

[1] Όπως αναφέρει και η Εγκριμένη Έκθεση Εκπόνησης Τοπικού Σχεδίου Παραλιμνίου, Αγίας Νάπας και Δερύνειας, σελ.16

[1] Ό.π.

Χαρακτηριστικές ζώνες οικιστικής ανάπτυξης της περιοχής

Το πολυλειτουργικό κέντρο της πόλης έχει αποκτήσει την όψη ενός τουριστικού θέρετρου ενώ το παράκτιο μέτωπο στα νότια έχει παραδοθεί απόλυτα στην τουριστική αστικοποίηση. Ο καταμερισμός αυτός οδηγεί τους μόνιμους κατοίκους να κινηθούν προς το βόρειο και βορειοδυτικό τμήμα του δήμου, δημιουργώντας έτσι ένα μονολειτουργικό περιαστικό σύμπλεγμα κατοικίας που χαρακτηρίζεται από αραιή δόμηση.
Δεδομένα που συλλέχθηκαν από τη Στατιστική Υπηρεσία Κύπρου και αφορούν τις αφίξεις τουριστών στην Κύπρο γενικά, και στην Αγία Νάπα πιο συγκεκριμένα παρουσιάζονται στα παρακάτω γραφήματα και αποτυπώνουν λεπτομερέστερα την κατάσταση.

[1] Ό.π. σελ. 19

Αφίξεις τουριστών στην Κύπρο ανά έτος (1980-2017)
Αφίξεις τουριστών στην Κύπρο και την Αγ. Νάπα αντίστοιχα (σε χιλιάδες)
Αφίξεις τουριστών στην Αγ. Νάπα (2001-2017)

Όπως προκύπτει, η Αγία Νάπα συγκεντρώνει έναν αρκετά μεγάλο αριθμό τουριστών σε σχέση με το σύνολο της χώρας, ο οποίος αυξάνει τα τελευταία χρόνια. Ενδιαφέρον παρουσιάζει η αναλογία μεταξύ μόνιμων κατοίκων και τουριστών στην περιοχή για τη διερεύνηση αυτών των δυναμικών συσχετισμών που αποτυπώνονται και στο χώρο. Από τα δεδομένα της απογραφής πληθυσμού (2011), προκύπτει ο παρακάτω πίνακας σχετικά με το καθεστώς κατοίκησης για την Αγία Νάπα, αλλά και παγκύπρια. Το μεγαλύτερο ποσοστό αφορά τη μόνιμη διαμονή (37,5%), ωστόσο αρκετά υψηλό είναι και το ποσοστό της τουριστικής (28,7%). Μάλιστα αν προσθέσουμε σ’ αυτό και τις κατοικίες που χαρακτηρίζονται ως εξοχικές (16,7%), τότε το ποσοστό τους (45,4%) ξεπερνά κατά πολύ αυτό των μόνιμων.

Κατοικίες κατά καθεστώς κατοίκησης στην Επαρχία Αγ. Νάπας και Παγκύπρια

4 Διερεύνηση του θεσμικού πλαισίου

Αρχικά παρουσιάζεται το σύστημα σχεδιασμού στην Κυπριακή Δημοκρατία, το οποίο τέθηκε σε πλήρη ισχύ μόλις το 1990. Τα προβλεπόμενα σχέδια ανάπτυξης διανέμονται σε τρία επίπεδα (Μπαμπαλίκης, 2013):

1. Το πρώτο αφορά στο Σχέδιο για τη Νήσο, το οποίο συντάχθηκε το 1972 για να αποτυπώσει τη γενική πολιτική για την Κυπριακή Δημοκρατία, αλλά έχει ανασταλεί η εφαρμογή του ήδη από το 1974 λόγω του διαχωρισμού.

2. Το δεύτερο περιέχει τα Τοπικά Σχέδια και τις Δηλώσεις Πολιτικής, που διαγράφουν τις γενικές κατευθύνσεις οργάνωσης του χώρου (στρατηγικές ανάπτυξης, χρήσεις γης, πολεοδομικές ζώνες κλπ.). Τα πρώτα υπερισχύουν των δεύτερων όταν υφίστανται ταυτόχρονα για μια περιοχή.

3. Το τρίτο επίπεδο περιέχει τα Σχέδια Περιοχής που αφορούν σε λεπτομερέστερη κλίμακα για συγκεκριμένες περιοχές, καθώς και τα Ρυθμιστικά Σχέδια, που εφαρμόζουν την πολεοδόμηση περιοχών.

Το πλαίσιο που ισχύει σήμερα στην Αγία Νάπα είναι η Δήλωση Πολιτικής του 2015 (ΔΠ), ενώ βρίσκεται σε εξέλιξη η εκπόνηση Τοπικού Σχεδίου για την ευρύτερη περιοχή των Δήμων Αγίας Νάπας, Παραλιμνίου και Δερύνειας. Η ΔΠ είναι στην ουσία της το προηγούμενο Τοπικό Σχέδιο για την Αγία Νάπα που τέθηκε εκτός νόμου το 2011. Σχέδια Περιοχής δεν έχουν ακόμα συνταχθεί, όπως άλλωστε και για το μεγαλύτερο μέρος της Κυπριακής Δημοκρατίας .

Η ισχύουσα ΔΠ προωθεί την Αγία Νάπα ως ένα πολυλειτουργικό τουριστικό θέρετρο, που θα ικανοποιεί παράλληλα τις ανάγκες του ντόπιου πληθυσμού. Η γενική στρατηγική ανάπτυξης (Μέρος Α, 2) στοχεύει στην εξέλιξη της περιοχής σε μια ενιαία λειτουργική ενότητα και ένα ολοκληρωμένο τουριστικό/ παραθεριστικό κέντρο, ενώ αποβλέπει στην ενίσχυση της πληθυσμιακής βάσης της περιοχής και κατ’ επέκταση της ντόπιας απασχόλησης και αφετέρου προσαρμόζεται στα τοπικά δεδομένα του χώρου, στις ιδιαιτερότητες και τους περιορισμούς του.

Το ερώτημα της εργασίας εστιάζει στο δημόσιο χώρο των περιοχών κατοικίας, συνεπώς αναλύονται οι στόχοι της ΔΠ που άμεσα ή έμμεσα αφορούν την εν λόγω χωρική διάσταση. Το σχέδιο που θα μπορούσε να διαφωτίσει σε μεγαλύτερη κλίμακα σε σχέση με την παραγωγή δημόσιου χώρου είναι το Σχέδιο Περιοχής αλλά δεν έχει εκπονηθεί ακόμα για κανένα τμήμα της Αγίας Νάπας. Η ΔΠ προτείνει ως αναγκαία την εκπόνηση σχετικού σχεδίου για το κέντρο της Αγίας Νάπας (Μέρος Β, 17.1.3) στο οποίο άλλωστε δίνει τη μεγαλύτερη βαρύτητα ως πολιτική ανάπτυξης. Η κεντρική περιοχή μάλιστα ταυτίζεται στην ΔΠ με την Περιοχή Αισθητικής Αναβάθμισης (Π.ΑΙ.ΑΝ.), για την οποία προτείνεται να ληφθούν αντίστοιχα μέτρα.

Εστιάζοντας στις περιοχές αστικού χαρακτήρα και ομαδοποιώντας πολεοδομικές ζώνες, διακρίνονται τρεις ομάδες περιοχών: μια οικιστική, μια κεντρική/πολυλειτουργική και μια τουριστική/παραλιακή. Η ποικιλία των πολεοδομικών ζωνών και χρήσεων σε κάθε ομάδα φαίνονται στον πίνακα που ακολουθεί:

[1]Οι ελλείψεις σε Σχέδια Περιοχής πληρώθηκαν εν μέρει με την εκπόνηση Ρυθμιστικών Σχεδίων για το 40% του συνολικού αριθμού κοινοτήτων στην Κύπρο μέχρι το 2014 (Λακκοτρύπης, 2014).

Πολεδομικές ζώνες και Χρήσεις γης στις τρεις περιοχές

Η υφιστάμενη κατάσταση κάθε περιοχής φαίνεται να έχει χαράξει σε μεγάλο βαθμό την αναπτυξιακή της πολιτική. Πιο συγκεκριμένα, η οικιστική ζώνη θεσμοθετείται στις περιοχές αραιής και χαμηλής δόμησης, με ημιτελές οδικό δίκτυο και απουσία ανοιχτών δημόσιων χώρων. Μονάχα ένα τμήμα της ζώνης αυτής χωροθετείται σε πυκνοκατοικημένη περιοχή με διαμορφωμένα οδικά δίκτυα, στα βορειοδυτικά όρια του κέντρου. Η πολυλειτουργική περιοχή περιλαμβάνει τον δομημένο ιστό του κέντρου και των περιοχών άμεσης γειτνίασης με αυτόν. Τέλος, η περιοχή όπου συγκεντρώνονται οι τουριστικές δραστηριότητες διαθέτει, πέρα από την πρόσβαση στην παραλία, δύο μικρά πάρκα και αποσπασματικές διαμορφώσεις πλατωμάτων. Τα παραπάνω φαίνονται στον επόμενο χάρτη.

Τρεις περιοχές ανάπτυξης

Η ΔΠ (Μέρος Β, 2.3) προβλέπει ένα ολοκληρωμένο σύστημα πεζόδρομων και ποδηλατόδρομων το οποίο θα ενώνει τις τουριστικές και οικιστικές περιοχές με τις υπόλοιπες δραστηριότητες της πόλης αλλά και με τους δημόσιους χώρους και την παραλία. Επίσης προνοεί για τη δημιουργία νέων ανοιχτών χώρων. Η έμφαση ωστόσο δίνεται στην κεντρική και την παραλιακή ζώνη. Για τις περιοχές επεκτάσεων προωθείται η δημιουργία σχετικών δημόσιων υποδομών, η έμφαση όμως δίνεται στη ζώνη τουριστικών δραστηριοτήτων ή σε περιπτώσεις ενοποιημένης ανάπτυξης. Στην παράγραφο πρόνοιας ελεύθερων χώρων πρασίνου (Μέρος Β, 10.2.1) περιγράφεται ένα σύστημα τέτοιων χώρων για ψυχαγωγία και αναψυχή, με στόχο τη μετατροπή της Αγίας Νάπας σε προορισμό ποιοτικού τουρισμού.

Στο παραπάνω σύστημα περιλαμβάνονται τόσο μεγάλα πάρκα, όσο και μικρότερα τοπικά στις τουριστικές και οικιστικές περιοχές. Σημειώνεται ότι για τις οικιστικές περιοχές, το μέγεθος των χώρων αυτών είναι συνάρτηση των πυκνοτήτων κατοικίας που θα εξυπηρετούν. Συμπληρώνοντας τα παραπάνω, όπου φαίνεται ήδη μια έμφαση σχεδιασμού στην κεντρική και παραλιακή περιοχή έναντι της οικιστικής, ακολουθεί το Σχέδιο «Χρήση Γης Περιοχής Κέντρου Αγίας Νάπας» το οποίο δίνει επίσης γενικές κατευθύνσεις αλλά σε λεπτομερέστερη κλίμακα για το κέντρο.

Η διαφορετική πολιτική μεταξύ κεντρικής, τουριστικής και οικιστικής περιοχής αποτυπώνεται και στα εδάφια σχετικά με τους όρους δόμησης οικιστικών μονάδων (Μέρος Β, 4.7 και 6.8.4). Ενώ λοιπόν στην κεντρική περιοχή το ελάχιστο εμβαδόν οικιστικής μονάδας ξενικά από τα 55τ.μ., στην οικιστική περιοχή η ελάχιστη οικιστική μονάδα ορίζεται σε μονοκατοικία 100τ.μ. στη μία ζώνη και 150τ.μ. στην δεύτερη. Στην κεντρική τουριστική περιοχή η ελάχιστη οικιστική μονάδα ορίζεται στα 45τ.μ., ενώ στις ανατολικές και δυτικές επιτρέπεται μόνο παραθεριστική κατοικία. Συμπεραίνεται η διάθεση συνεκτικής ανάπτυξης και συγκέντρωσης του πληθυσμού στην κεντρική περιοχή και στο κεντρικό τμήμα της παραλιακής ζώνης και η αραιή επέκταση στις οικιστικές ζώνες. Η περιοχή μάλιστα που δίνεται για τέτοιου είδους οικιστική ανάπτυξη δεν είναι αμελητέα, ενώ έχει ήδη δεχθεί ένα μέρος του μόνιμου πληθυσμού.

Τέλος, περιγράφονται συνοπτικά οι τρόποι με τους οποίους «παρέχονται» οι ανοιχτοί δημόσιοι χώροι στην πόλη. Πέρα από τις απαραίτητες παραχωρήσεις ιδιωτικής γης για δρόμους, πεζοδρόμια κλπ., η Πολεοδομική Αρχή καλείται από την ΔΠ να αποσπά από κάθε υπό ανάπτυξη ιδιοκτησία ένα ποσοστό 15% της γης για ανοιχτούς δημόσιους χώρους, κατά κανόνα . Σε περιοχές όπου δεν έχει γίνει οικοπεδοποίηση η ΔΠ (Μέρος Γ, 1.1) δεν επιτρέπει την ανάπτυξη έργων, αφήνοντας ωστόσο ένα θεσμικό «κενό» αναίρεσης της σχετικής απαγόρευσης. Έτσι προωθείται ο σχεδιασμός της περιοχής αφού εκφραστούν οι διαθέσεις ανάπτυξης σε ιδιωτική γη, οπότε και συντάσσεται το σχέδιο διάνοιξης οδών και δημιουργίας δημόσιου χώρου. Για τις περιοχές που έχουν οικοπεδοποιηθεί υπάρχει επίσης η δυνατότητα απόσπασης ιδιωτικής γης για δημιουργία ή βελτίωση των δημόσιων χώρων. Αυτά τα έργα υποδομών θα εφαρμοστούν σε περιοχές της ΔΠ κατά προτεραιότητα με πιλοτικά σχέδια και συμπληρωματικές μελέτες (Μέρος Β, 21.4), οι οποίες θα αποτελέσουν στοιχεία του μελλοντικού Σχεδίου Περιοχής για το κέντρο (Μέρος Β, 21.5). Φαίνεται δηλαδή πως στην κεντρική περιοχή η οργάνωση του σχεδιασμού ως προς τους ανοιχτούς δημόσιους χώρους είναι σε καλύτερο επίπεδο από ότι στην οικιστική περιοχή, όπου δεν υπάρχει λεπτομερές σχέδιο οικοπεδοποίησης.

5 Συμπεράσματα

Από το ισχύον πλαίσιο φαίνεται ότι ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στην κεντρική και την τουριστική περιοχή. Πολιτικές που προωθούνται για το κέντρο, όπως η μίξη χρήσεων, η εξασφάλιση ελεύθερων χώρων και οι υψηλότερες πυκνότητες πληθυσμού παραπέμπουν στην ανάπτυξη συνεκτικής πόλης (Ανδρικοπούλου et al. 2007). Η τουριστική περιοχή συγκεντρώνει επίσης μίξη δραστηριοτήτων, ώστε να αποφορτιστεί το επιβαρυμένο σήμερα κέντρο από τον τουρισμό. Όσον αφορά στις οικιστικές περιοχές, δίνεται αντίθετη κατεύθυνση: μονολειτουργικότητα και αραιή κατοίκηση σε μεγάλες μονάδες. Γενικότερα, οι υψηλότερες πυκνότητες ενός συνεκτικού ιστού ωφελούν τόσο σε επίπεδο εξοικονόμησης κόστους κοινωφελών υποδομών όσο και σε επίπεδο ζωτικότητας της πόλης (Ανδρικοπούλου et al. 2007). Τίθεται έτσι υπό αμφισβήτηση ο βαθμός κοινωνικής ζωής και ανάμιξης δραστηριοτήτων που θα μπορέσει να επιτευχθεί στις οικιστικές ζώνες και ιδιαίτερα στο δημόσιο χώρων αυτών.

Επιπλέον, η έλλειψη λεπτομερούς σχεδίου οικοπεδοποίησης και ανοιχτών χώρων στις οικιστικές περιοχές (Σχέδια Περιοχής) οδηγεί στην εξασφάλιση δημόσιων χώρων μόνο ως προς το ποσοστό γης που τους αναλογεί και όχι ως προς τη θέση και τη λειτουργία τους. Η απουσία σχεδίων σε όλα τα επίπεδα, με τον πολεοδομικό σχεδιασμό να “ακολουθεί” τις ιδιωτικές επεκτάσεις, θέτει το δημόσιο χώρο σε συνεχή διαπραγμάτευση. Οι οικιστικές ζώνες συγκεντρώνουν σήμερα ένα σημαντικό μέρος της κατοικίας και η οργάνωση του χώρου σε αυτές είναι ίσης προτεραιότητας με την υπόλοιπη πόλη, ώστε να μην επεκταθεί το διάσπαρτα δομημένο αστικό τοπίο χωρίς ευκαιρίες συνύπαρξης και κοινωνικής ζωής σε ανοιχτούς χώρους. Προβάλλει έτσι η ανάγκη συνολικής, ανθρωποκεντρικής μέριμνας για το δημόσιο χώρο ήδη από το κεντρικό πλαίσιο στρατηγικών κατευθύνσεων και λειτουργίας του πολεοδομικού σχεδιασμού σε όλα του τα επίπεδα.

[1]Η Πολεοδομική αρχή μπορεί να μην εφαρμόζει ή να εφαρμόζει μερικώς το σχετικό εδάφιο, υπό προϋποθέσεις που θέτει η ΔΠ στο ίδιο κεφάλαιο (Μέρος Γ,3).

 

Παραπομπές
Ανδρικοπούλου, Ε. κ.ά., Πόλη και Πολεοδομικές Πρακτικές, Κριτική, Αθήνα, 2007
Λακκοτρύπης, Μ. Οι πολεοδομικές πολιτικές στην Κύπρο. Η περίπτωση της διαφιλονικούμενης Λευκωσίας. Ο σχεδιασμός ως μέσο ενθάρρυνσης της επανένωσης. μεταπτυχιακή διπλωματική εργασία, Βόλος, Ιούνιος 2014
Μπαμπαλίκης, Σ., «Η εμπειρία χωροταξικού σχεδιασμού και περιφερειακής ανάπτυξης στην Κύπρο», στο citybranding.gr, 8-02-2013 (τελ. πρόσβαση 22-03-2018)
Ο περί Ρυθμίσεως Οδών και Οικοδομών Νόμος (ΚΕΦ. 96), Κατάλογος Ενοποιημένης Νομοθεσίας Κυπριακής Δημοκρατίας στο Cylaw.org (τελ. πρόσβαση 22-03-2018)
Ο περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμος του 1972 (90/1972), Κατάλογος Ενοποιημένης Νομοθεσίας Κυπριακής Δημοκρατίας στο Cylaw.org (τελ. πρόσβαση 22-03-2018)
Υπουργείο Εσωτερικών – Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως:
(ανάκτηση από: http://www.moi.gov.cy)
● Εγκριμένη Έκθεση Εκπόνησης Τοπικού Σχεδίου Παραλιμνίου, Αγίας Νάπας και Δερύνειας, Λευκωσία, 2017
● Δήλωση Πολιτικής Αγίας Νάπας, 2017
● «Τοπικό Σχέδιο Αγίας Νάπας – Εγκεκριμένο 2008», Λευκωσία, 2008