Search
Close this search box.

Κάστρα και στρατόπεδα στην Πρέβεζα

Ι. Σιναμίδης. Α. Τζόλου. Ν. Κωστούλα

Από την εγκατάλειψη και τις χαμένες ευκαιρίες, στην προοπτική συνολικής ανάδειξης των δημόσιων χώρων

Περίληψη

Ο πολεοδομικός ιστός της Πρέβεζας διαμορφώθηκε σε μεγάλο βαθμό κατά την περίοδο κατάληψης της πόλης από τον Αλή Πασά το 1807. Στην παραθαλάσσια πόλη είχε δημιουργηθεί περιμετρική τάφρος και ένα σημαντικό δίκτυο φρουρίων και κάστρων, εντός και εκτός των τειχών. Από τις αρχές του 20ού αιώνα μέχρι πρόσφατα, οι χώροι αυτοί χρησιμοποιήθηκαν ως εγκαταστάσεις του ελληνικού στρατού. Σήμερα, μετά τη σημαντική εξάπλωση του αστικού ιστού, τα μνημεία διατηρούνται, παρότι σε σημαντικό βαθμό έχουν εγκαταλειφθεί και παραμένουν ανεκμετάλλευτα, με συνέπεια την απώλεια της ταυτότητας της περιοχής και τη συνολική υποβάθμισή της. Στην παρούσα ανακοίνωση θα διερευνηθούν δυνατότητες και προτάσεις για τους χώρους αυτούς, όχι μόνο στα στενά πλαίσια των τουριστικών χρήσεων, αλλά και σε σχέση με την καθημερινότητα των κατοίκων της, ώστε να αναβαθμιστεί το αστικό τοπίο και η ποιότητα ζωής των πολιτών.

1       Εισαγωγή

Η Πρέβεζα βρίσκεται ανάμεσα στο ανεπτυγμένο τουριστικό δίπολο των περιοχών Πάργας και Λευκάδας, στην ακτογραμμή του Βόρειου Ιονίου. Η πόλη έχει ως σήμερα ήπια τουριστική ανάπτυξη, όμως η ολοκλήρωση της Ιόνιας Οδού και η επέκταση του αεροδρομίου Ακτίου, σε συνδυασμό με τη δημιουργία νέας τουριστικής μαρίνας, προσδίδουν νέες προοπτικές. Η επερχόμενη αύξηση του τουρισμού αναμένεται να επιφέρει πιέσεις στο αστικό περιβάλλον. Το γεγονός αυτό ενισχύεται, παρατηρώντας τα διάφορα σενάρια που τίθενται σε διαβούλευση, σχετικά με την εκμετάλλευση υπαίθριων χώρων και κτιριακών υποδομών. Οι χώροι στους οποίους αναφερόμαστε έχουν σημαντική έκταση εντός του αστικού ιστού, ενώ ορισμένοι από αυτούς αποτελούν μνημεία (κάστρα, φρούρια) ή γειτνιάζουν άμεσα με σημαντικούς φυσικούς πόρους (ιαματικές πηγές) και φυσικά τοπία.

Στόχο της παρούσας εργασίας αποτελεί η διερεύνηση εναλλακτικών προτάσεων στρατηγικού σχεδιασμού για τη συνολική ανάδειξη των ανεκμετάλλευτων χώρων και του παραθαλάσσιου μετώπου, μέσω της ανάπτυξης συνδυασμού χρήσεων και εγκαταστάσεων πολιτισμού, αναψυχής και τουρισμού. Αρχικά θα καταγραφούν και θα αξιολογηθούν οι σκέψεις και οι προσπάθειες αξιοποίησης των χώρων αναφοράς μέχρι σήμερα. Στη συνέχεια, θα διερευνηθούν οι πιθανές τακτικές στην κατεύθυνση ενιαίας αντιμετώπισης της παράκτιας ζώνης. Παράλληλα θα αναδειχθεί ο ρόλος των διάφορων τοπικών παραγόντων της δημόσιας ζωής  -όπως είναι η Τοπική Αυτοδιοίκηση, οι πρωτοβουλίες πολιτών, τα κινήματα πόλης, οι επιχειρηματίες κλπ- οι οποίοι έχουν ήδη παίξει ρόλο στη δρομολόγηση ή στην ακύρωση διαφορετικών πολιτικών και δράσεων.

2       Ιστορική και Πολεοδομική εξέλιξη της Πρέβεζας

Η πρώτη αναφορά για το λιμάνι και τον οικισμό της Πρέβεζας, τοποθετείται σε κείμενα που γράφτηκαν στα τέλη του 13ου αι. (Κωνσταντάκη, σελ. 3). Μετά την κατάληψη της περιοχής από τους Οθωμανούς το 1477, την καταστροφή και εγκατάλειψη του πρώτου οικισμού, ξεκίνησαν οι εργασίες της πρώτης οχύρωσης στην περιοχή, με την κατασκευή του φρουρίου της Μπούκας, στο στόμιο του Αμβρακικού Κόλπου (Μαμαλούκος, σελ. 1 και Κωνσταντάκη, σελ. 6). Έπειτα από μία σύντομη βενετική κατάκτηση το 1684, το 1701 η πόλη παραδόθηκε στους Οθωμανούς, ενώ καταστράφηκε και κατεδαφίστηκε το φρούριο της Μπούκας και ταυτόχρονα κατασκευάστηκε το νέο φρούριο του Αγίου Ανδρέα ή αλλιώς Ιτς Καλέ. (Δόνος, σελ. 437, Μαμαλούκος, σελ. 2). Ο 18ος αι. σηματοδότησε μια εποχή μεγάλης ακμής και ο πολεοδομικός ιστός της Πρέβεζας διαμορφώθηκε σε σημαντικό βαθμό αυτή την περίοδο. Το 1717 οι Βενετοί κατάκτησαν και πάλι την περιοχή, ευνοώντας την οικονομική ανάπτυξή της (Δόνος, σελ. 438). Το κέντρο μεταφέρθηκε στο φρούριο του Αγίου Ανδρέα, στο οποίο πραγματοποιήθηκαν εργασίες βελτίωσης, προσθήκες και επεμβάσεις (Κωνσταντάκη, σελ. 7), ενώ η πόλη επεκτάθηκε σημαντικά εκτός των τειχών και άκμασε (Μαμαλούκος, σελ. 2).

Το 1799 μετά την κατάκτηση της πόλης από τον Αλή Πασά, ο πολεοδομικός ιστός διατήρησε τη μορφή του με ορισμένες αλλαγές και επεκτάσεις. Η σημαντική κατασκευαστική δραστηριότητα που έλαβε χώρα την περίοδο αυτή, έδωσε έμφαση στην αμυντική θωράκιση της πόλης (Κωνσταντάκη, σελ. 9). Παράλληλα με την ενίσχυση και συμπλήρωση της οχύρωσης του υφιστάμενου φρουρίου του Αγίου Ανδρέα, κατασκευάστηκε περιμετρικό τείχος με τάφρο – τη «Ντάπια». Το τείχος είχε τρεις πύλες και για την ενίσχυσή του κατασκευάστηκαν το νέο φρούριο του Αγίου Γεωργίου ή Γενί Καλέ και προμαχώνες. Το 1807 ολοκληρώθηκε το κάστρο του Παντοκράτορα, νοτιοδυτικά του αστικού ιστού και το 1812 το φρούριο του Ακτίου, απέναντι από τη θέση της Μπούκας. Κατά το δεύτερο μισό του 19ου αι. η Πρέβεζα υπήρξε το σημαντικότερο λιμάνι της Ηπείρου (Κωνσταντάκη, σελ. 11).

Μετά την ενσωμάτωση στο ελληνικό κράτος το 1912, η πόλη εξακολουθούσε να στηρίζει τη λειτουργία της στον ρόλο της ως διαμετακομιστικό κέντρο λόγω του λιμένα, μέχρι περίπου τα μέσα της δεκαετίας του 1950. Στα πρώτα χρόνια της ελληνικής διοίκησης, η πιο σημαντική πολεοδομική παρέμβαση αφορά στην αναμόρφωση της παραλίας με την κατασκευή της προκυμαίας, το 1920. Στα πλαίσια της διαδικασίας αυτής κατεδαφίστηκε το παραθαλάσσιο τείχος, ενώ σταδιακά η «Ντάπια» εγκαταλείφθηκε και καταστράφηκε. Τα κάστρα του Αγίου Ανδρέα και του Αγίου Γεωργίου χρησιμοποιήθηκαν ως στρατοπεδικές εγκαταστάσεις, ενώ το φρούριο του Παντοκράτορα λειτούργησε ως εγκαταστάσεις φυλακών. Το 1930 εκπονείται Σχέδιο Πόλεως με στόχο την αναμόρφωση του ιστορικού πολεοδομικού ιστού. Οι εργασίες ξεκίνησαν με πολύ αργούς ρυθμούς και μόνο μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και τις εκτεταμένες καταστροφές όπου υπέστη η πόλη, εντατικοποιήθηκαν οι διαδικασίες «εκσυγχρονισμού» και αστικοποίησης.

3       Η σύγχρονη πόλη και το δίκτυο ιστορικών οχυρωματικών και νεώτερων στρατιωτικών εγκαταστάσεων.

Μετά τη δεκαετία του 1970 ξεκινά η ριζική αλλαγή της φυσιογνωμίας της πόλης, οπότε και παρατηρείται η ταχεία οικοδομική και πολεοδομική της ανάπτυξη, η οποία χαρακτηρίζεται από την απουσία προγραμματισμού και οράματος από τους τοπικούς φορείς και την πολιτεία. Η σύγχρονη πόλη, με πυρήνα το ιστορικό κέντρο, έχει επεκταθεί σημαντικά. Tα περισσότερα από τα οχυρωματικά μνημεία της πόλης διαγράφονται στον αστικό ιστό μέχρι σήμερα και διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωσή του.

Αρχικά εντοπίζεται μία αστική ενότητα εντός της τάφρου «Ντάπιας», που εσωκλείει το κέντρο της πόλης και τη διασχίζει ο κεντρικός αστικός άξονας, η λεωφόρος Ειρήνης. Στα ίχνη των παλιών τειχών και της περιμετρικής τάφρου έχει δημιουργηθεί ποδηλατοδρόμος και εκτεταμένος πεζόδρομος. Η διαδρομή περικλείει σημαντικό χώρο πρασίνου και αθλητικών εγκαταστάσεων, όπου αποτελούν το πάρκο Νεάπολης. Παρότι ο δημόσιος χώρος αξιοποιείται από τους κατοίκους, χαρακτηρίζεται τόσο από την έλλειψη συντήρησης, αλλά κυρίως εμφανίζεται αποκομμένος στο εσωτερικό μιας πυκνοδομημένης ενότητας, εξαιτίας της απουσίας συνδέσεών του με τον υπόλοιπο αστικό ιστό.

Ανατολικά της λεωφόρου Ειρήνης προς τον Αμβρακικό, βρίσκεται το ιστορικό κέντρο της Πρέβεζας, στο οποίο έχει δημιουργηθεί ένα σημαντικό δίκτυο πεζοδρόμων, με σκοπό τη σύνδεση των κεντρικών χρήσεων και την ανάδειξη του ιστορικού πυρήνα της πόλης. Σήμερα η αστική αυτή ενότητα αποτελεί τον πιο ζωντανό χώρο της πόλης και διατηρείται σε καλή κατάσταση. Πρόσφατα πραγματοποιήθηκαν συμπληρωματικές επεμβάσεις ως επέκταση και ολοκλήρωση του δικτύου, όπου πλακοστρώθηκαν οδικοί άξονες, για λόγους όμως κυρίως αισθητικούς, καθότι εξακολουθεί να επιτρέπεται η διέλευση και στάθμευση οχημάτων.

Το δίκτυο του ιστορικού κέντρου οδηγεί στον κεντρικό πεζόδρομο επί του παραλιακού μετώπου.  Στον σημαντικό αυτό δημόσιο χώρο της πόλης, απουσιάζουν ο σύγχρονος σχεδιασμός και η συντήρηση του υπαίθριου χώρου. Η επιμήκης διαδρομή οδηγεί στην κεντρική πλατεία και σε μία ενότητα, η οποία αποτελεί μια μεγάλης έκτασης νησίδα τσιμέντου επί του θαλάσσιου μετώπου, με ασύνδετες χρήσεις (χώρος στάθμευσης Λιμενικού Ταμείου, λούνα παρκ, εμπορικό λιμάνι). Την εικόνα εγκατάλειψης ανέτρεψε η πρόταση για την κατασκευή νέας τουριστικής μαρίνας το 2009. Η νέα μαρίνα πρόκειται να ολοκληρωθεί σύντομα, οπότε και θα αναδειχθεί η αναμενόμενη συμβολή της στην ποιοτική βελτίωση της ευρύτερης ενότητας και την οικονομική τόνωση της περιοχής. Παράλληλα όμως θα ενισχύσει το ζήτημα του μη ολοκληρωμένου προγραμματισμού για την πόλη της Πρέβεζας.

Βόρεια του ιστορικού κέντρου βρίσκονται το κάστρο του Αγίου Ανδρέα και οι παλιές στρατιωτικές εγκαταστάσεις του στρατοπέδου Δούκα τις οποίες περικλείει. Το κάστρο αποτελεί μια σημαντική -σε ιστορία, έκταση και όγκο- ενότητα της πόλης. Το 2015 η περιοχή και οι εγκαταστάσεις παραχωρήθηκαν στην Περιφέρεια και όλα αυτά τα χρόνια δεν έχει πραγματοποιηθεί καμία εργασία συντήρησης και ανάδειξής του. Η μεγάλη έκταση στο εσωτερικό του (35 στρέμματα) περιλαμβάνει κατασκευές και κτίρια σε μέτρια ή κακή κατάσταση, ενώ την εικόνα εγκατάλειψης ενισχύει το γεγονός του ότι ο υπαίθριος χώρος χρησιμοποιείται ως άτυπος χώρος στάθμευσης, κυρίως κατά τους θερινούς μήνες.

Νότια του ιστορικού κέντρου, στην παλαιότερη θέση του κάστρου της Μπούκας, τοποθετείται η ανενεργή στρατιωτική βάση Σολωμού και τα ιαματικά λουτρά. Τα κτίρια του στρατοπέδου σώζονται σε κακή κατάσταση και ο υπαίθριος χώρος του συντηρείται σπάνια, ενώ τα ιαματικά λουτρά λειτουργούν για μερικούς μήνες το χρόνο από τις δημοτικές αρχές και παρότι οι εγκαταστάσεις διατηρούνται σε κακή κατάσταση, γίνονται προσπάθειες για απλή συντήρησή τούς. Μεταξύ του στρατοπέδου και των λουτρών μεσολαβεί εκτενής αδόμητος χώρος, ο οποίος χρησιμοποιείται για τη στάθμευση οχημάτων τους θερινούς μήνες, με αποτέλεσμα να δημιουργείται άλλη μια μεγάλη ανενεργή και υποβαθμισμένη ενότητα εντός του αστικού ιστού.

Η αστική πυκνότητα αραιώνει προς νότο, στην περιοχή της Κυανής Ακτής, όπου βρίσκεται το φρούριο του Αγίου Γεωργίου και μία σημαντική ενότητα δημόσιων χώρων και χρήσεων (πράσινο, παραλία, δημοτικό καφενείο, υπαίθριο δημοτικό αμφιθέατρο, θερινός κινηματογράφος, χώροι αθλητισμού). Το φρούριο είναι κλειστό και μη επισκέψιμο, καθώς βρίσκεται υπό τη διαχείριση του ΤΕΘΑ και παράλληλα ελάχιστες ενέργειες ανάδειξης ή συντήρησης έχουν πραγματοποιηθεί. Ο πέτρινος όγκος του φρουρίου στέκει αποκομμένος εξαιτίας της χάραξης του οδικού δικτύου και χάνεται πίσω από την υψηλή βλάστηση, ενώ η ενότητα χρήσεων της ακτής συνδέεται με τον αστικό ιστό αποκλειστικά μέσω του οδικού δικτύου.

Ακολουθώντας την ακτογραμμή προς τα δυτικά καταλήγουμε στο φρούριο του Παντοκράτορα, το οποίο αποτελεί σημαντικό μνημείο και τοπόσημο της ευρύτερης περιοχής. Το φρούριο αν και είναι επισκέψιμο και μέχρι το 2017 χρησιμοποιούνταν ως χώρος συναυλιών και εκδηλώσεων, η κακή κατάσταση στην οποία διατηρείται, έχουν καταστήσει τον χώρο ακατάλληλο για συνάθροιση κοινού. Την περίοδο 2007-2013 πραγματοποιήθηκαν έργα ανάδειξης, όπου αφορούσαν σε εργασίες διαμόρφωσης της εισόδου και τη δημιουργία πάρκου και υπαίθριου χώρου στάθμευσης. Το κάστρο συνδέεται μέσω πεζοδρόμου επί του παραλιακού μετώπου με τον οικισμό. Ταυτόχρονα η παράκτια διαδρομή καταλήγει στο νέο αλιευτικό καταφυγίο και στην παρακείμενη κατάφυτη και περιφραγμένη περιοχή -χαρακτηρισμένη από το ΓΠΣ ως ενότητα περιαστικού πρασίνου- που ανήκει στο ΤΕΘΑ (πρώην χώρος πεδίου βολής). Η πρόσβαση στον χώρο είναι περιορισμένη, λόγω της έλλειψης συντήρησης και συνδέσεων, αλλά και της αναπτυγμένης αυθόρμητης βλάστησης.

4       Οι αποσπασματικές προτάσεις της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, οι αντιδράσεις και η συμβολή των κατοίκων

Τα τελευταία χρόνια οι φορείς της Τοπικής Αυτοδιοίκησης προβάλλουν διαφορετικά σενάρια για την εκμετάλλευση των αστικών ενοτήτων, με βασικότερη επιδίωξη την παραχώρηση των προς εκμετάλλευση, για τουριστικές χρήσεις, χωρίς όμως ολοκληρωμένο όραμα και σχέδιο ή συνολικό προγραμματισμό. Χαρακτηριστικό είναι πως κανένα σχέδιο δεν έχει προς το παρόν ολοκληρωθεί. Σε πολλές περιπτώσεις  μάλιστα η άμεση αντίδραση των κατοίκων είχε ως αποτέλεσμα την ακύρωση, τροποποίηση ή τη συμμετοχή τους στις διαδικασίες σχεδιασμού. Άλλωστε η ενεργή συμμετοχή των πολιτών σε σχέση με τους δημόσιους χώρους είχε ήδη ξεκινήσει σε ένα από τα σημαντικότερα έργα της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, την ανάπλαση της περιοχής της τάφρου «Ντάπιας». Το έργο ολοκληρώθηκε το 2000 με τη μετατροπή του χώρου του Πυροβολικού Σώματος σε πάρκο, ο οποίος παραχωρήθηκε στον Δήμο, έπειτα από απαίτηση και ισχυρή παρέμβαση των κατοίκων.

Η έντονη συμμετοχή και αντίδραση των πολιτών ως προς τις προτάσεις της Τοπικής Αυτοδιοίκησης που καταστρατηγούν τους δημόσιους ελεύθερους χώρους, έγινε ακόμα πιο εμφανής το 2014, με αφορμή τη νέα μελέτη για την ανάπλαση και σύνδεση της περιοχής Κυανής Ακτής με το κάστρο του Παντοκράτορα. Η πρόταση περιελάμβανε εκτενείς επεμβάσεις και κτίρια από οπλισμένο σκυρόδεμα επί της ακτής και παράλληλα καταργούσε τις προτάσεις παλαιότερης μελέτης για δημιουργία ποδηλατοδρόμου και πορειών σύνδεσης. Το έργο  ξεκίνησε και προχώρησε σε ένα βαθμό, ωστόσο πρωτοβουλίες και κινήματα πολιτών απέτρεψαν ένα σημαντικό ποσοστό επεμβάσεων εντός του άλσους της Κυανής ακτής και της πλήρους τσιμεντοποίησης της ενότητας.

Πιο πρόσφατη περίπτωση αντίδρασης των πολιτών απέναντι στα σχέδια της Τοπικής Αυτοδιοίκησης -αυτή τη φορά για την αξιοποίηση ενοτήτων με στόχο την τουριστική εκμετάλλευση μεγάλης κλίμακας- αποτελούν το στρατόπεδο Σολωμού και το Πεδίο Βολής. Με δεδομένο ότι είχε ζητηθεί η παραχώρηση των χώρων αυτών στον Δήμο, προϋπόθεση της απόδοσης των στρατοπέδων υπήρξε η σύνταξη στρατηγικών σχεδίων (master plan) για τις ενότητες αυτές (Απόφαση 117/2018, Συνεδρίαση Δημοτικού Συμβουλίου Πρέβεζας). Οι μελέτες ανατέθηκαν σε κατασκευαστική εταιρεία και αφορούσαν σε ολοκληρωμένο στρατηγικό σχέδιο τουριστικών εγκαταστάσεων (κατασκευή ξενοδοχειακών μονάδων 5 αστέρων με μεγάλη δόμηση και ένταξη χώρων πρασίνου). Στην πρώτη παρουσίαση προθέσεων τον Σεπτέμβριο του 2017 εκδηλώθηκαν σημαντικές αντιδράσεις από πολίτες, ως προς την σαφή κατεύθυνση της μελέτης για ιδιωτικοποίηση των χώρων, χωρίς διερεύνηση εναλλακτικών προτάσεων και χρήσεων, με αποτέλεσμα την ένταξη ελεύθερων χώρων πρασίνου στη μελέτη.

Ακόμα στη θέση της Μπούκας για τα ιαματικά λουτρά έχει πραγματοποιηθεί αρχιτεκτονική μελέτη για νέο θερμαλιστικό κέντρο σε έκταση 4 στρεμμάτων, που έχει παραχωρηθεί στον Δήμο. Ωστόσο στην παρούσα φάση δεν υπάρχει κάποια συζήτηση για την εφαρμογή της, πιθανότατα λόγω έλλειψης χρηματοδότησης.

5       Μια διαφορετική προσέγγιση: Κινήματα πολιτών στο Κάστρο του Αγίου Ανδρέα

Σε αυτό το σημείο οφείλουμε να αναφέρουμε πως εκτός των αντιδράσεων και των διαμαρτυριών, σημαντικός αριθμός κατοίκων της Πρέβεζας προσπαθεί έμπρακτα να διεκδικήσει και να οικειοποιηθεί χώρους για την κάλυψη αναγκών και τη βελτίωση της καθημερινότητάς τους. Τα τελευταία χρόνια, τέσσερα από τα στρατιωτικά κτίρια, που βρίσκονται στο εσωτερικό του κάστρου του Αγίου Ανδρέα, χρησιμοποιούνται από συλλόγους, φορείς και ομάδες είτε με την ανοχή του Δήμου, είτε υπό μορφή καταλήψεων. Πολιτιστικές ομάδες όπως το Θεατρικό Εργαστήρι Πρέβεζας και η Φωτογραφική Λέσχη έχουν επενδύσει στη συντήρηση των κτιρίων και δίνουν ζωή σε έναν κατά τα άλλα απομονωμένο χώρο, με εκδηλώσεις, μαθήματα και εκθέσεις.

Παράλληλα, σημαντική είναι η δράση του χώρου ελεύθερης έκφρασης Σπείρα με μεγάλη προσέλευση όλων των ηλικιών και δραστηριότητες ανοιχτές προς την τοπική κοινωνία. Στο κτίριο που δραστηριοποιείται  λειτουργεί καφενείο, πραγματοποιούνται προβολές ντοκιμαντέρ και ταινιών και δραστηριοποιούνται διαφορετικές ομάδες. Η συνέλευση είναι ανοιχτή στο κοινό και σε προτάσεις πολιτιστικές και κοινωνικές με έμφαση στα ζητήματα που αφορούν στην τοπική -και όχι μόνο- κοινωνία. Στόχος των ανωτέρω είναι η δυναμική αξιοποίηση του χώρου και η πρόταση εναλλακτικών χρήσεων για τα ανεκμετάλλευτα κτίρια του κάστρου.

Προς αυτή την κατεύθυνση κινήθηκε και η μελέτη του Εργαστηρίου Αστικού Περιβάλλοντος του ΕΜΠ για το κάστρο του Αγίου Ανδρέα έπειτα από την παραχώρησή του στην Περιφέρεια. Παρότι το ΓΠΣ της Πρέβεζας πρότεινε συγκεκριμένες χρήσεις για τον χώρο, η μελέτη έπειτα από δύο δημόσιες συζητήσεις – διαβουλεύσεις με τους κατοίκους, έλαβε υπόψη της την υφιστάμενη κατάσταση του. Επί της ουσίας η πρόταση αφορά σε προσαρμογή των νέων χρήσεων σε σχέση με τους πολιτιστικούς συλλόγους και φορείς που δραστηριοποιούνται στο κάστρο και την ενίσχυσή τους με λειτουργίες φιλοξενίας και ήπιας εστίασης.

6       Προτάσεις και προοπτικές

Έπειτα από όσα έχουν αναφερθεί, αντιλαμβάνεται κανείς πώς σχετικά με το ζήτημα των αστικών ενοτήτων με υπαίθριους χώρους και μνημεία στην πόλη της Πρέβεζας, εντοπίζονται πολλά προβλήματα. Οι ενότητες αυτές είτε εμφανίζουν εικόνα εγκατάλειψης και υποβάθμισης, είτε είναι κλειστές και μη αξιοποιήσιμες, είτε υπολειτουργούν και παραμένουν ως μεγάλα κενά στον αστικό ιστό και το παραθαλάσσιο μέτωπο. Οι προσπάθειες της Τοπικής Αυτοδιοίκησης για την αντιμετώπιση αυτών των ενοτήτων δεν έχουν σαφείς προθέσεις  και χαρακτηρίζονται ως αποσπασματικές, και αντικρουόμενες.

Για την αντιμετώπιση των ανωτέρω ζητημάτων προτείνεται καταρχάς η δημιουργία ενός δικτύου ενοτήτων που συνδυάζουν τους χώρους ιστορικού ενδιαφέροντος και τα μνημεία με ελεύθερους δημόσιους χώρους και ελεγχόμενες χρήσεις τουρισμού και αναψυχής. Απαραίτητο συστατικό στοιχείο του δικτύου είναι η ενιαία αντιμετώπιση των ενοτήτων και η κατασκευή ενός δικτύου ποδηλατοδρόμων και διαδρομών (όχι απαραίτητα αποκλειστικών πεζοδρόμων), τόσο για τη λειτουργική τους σύνδεση και ανάδειξη τους, αλλά και για την επικοινωνία τους με το υφιστάμενο δίκτυο. Πολύ σημαντική πρόταση αποτελεί η δημιουργία οργανωμένων χώρων στάθμευσης, μεσαίου μεγέθους, σε κομβικά σημεία και σε σχέση με τους χώρους ενδιαφέροντας, οι οποίοι όμως οφείλουν να έχουν κοινό σχεδιασμό και να εντάσσονται στις ενότητες με ήπιο τρόπο.

Στόχος της πρότασης αυτής είναι η ισόρροπη ανάπτυξη όχι μόνο προς μια κατεύθυνση, για αυτό άλλωστε και στις ενότητες οφείλουν να επιλεχθούν και να οριστούν χρήσεις, με τα εξής κριτήρια: α. οικονομική βιωσιμότητα, β. προώθηση της κοινωνικής ισότητας, γ. περιβαλλοντική προστασία και αναβάθμιση, δ. ανάδειξη του πολιτιστικού πλούτου, ε. η μείωση των αντιθέσεων στον αστικό ιστό, στ. η διατήρηση της κλίμακας και της ταυτότητας της πόλης.

Στα πλαίσια του συνολικού στρατηγικού σχεδιασμού προτείνεται η απόδοση των ενοτήτων Αγίου Ανδρέα, Σολωμού, Αγίου Γεωργίου κατά βάση σε δημόσια χρήση με ελεγχόμενες χρήσεις ιδιωτικού χαρακτήρα που θα μπορούν να προσφέρουν οικονομική ανταποδοτικότητα στο εγχείρημα, όπως μικροί ξενώνες ή αναψυκτήρια. Καθώς όμως πρόκειται για ανάπλαση μεγάλης κλίμακας, θα απαιτηθεί σημαντικό οικονομικό κεφάλαιο. Έτσι ο χώρος του Πεδίου Βολής θα μπορούσε να αξιοποιηθεί ως φιλέτο στην είσοδο του Αμβρακικού για τουριστική εκμετάλλευση, υπό συγκεκριμένους όρους δόμησης με σημαντικό αντίτιμο για την παραχώρηση προς το Δήμο.

7       Συμπεράσματα

Η τουριστική ανάπτυξη μιας περιοχής οφείλει να λειτουργεί ως προς το όφελος της κοινωνίας. Η διασφάλιση της βιώσιμης καθημερινότητας των κατοίκων μπορεί να επιτευχθεί μέσα από την ένταξη συνδυασμού χρήσεων πολιτισμού, αναψυχής, ελεύθερων χώρων, βασικών υποδομών και τουριστικών  ή οικονομικών δραστηριοτήτων και σαφώς όχι μονοδιάστατα. Σε επίπεδο αστικού περιβάλλοντος οφείλει να υπάρχει σεβασμός ως προς τα μνημεία και τα στοιχεία φυσικού περιβάλλοντος. Η συνδυαστική λειτουργία των ανωτέρω θα οδηγήσει στην ανάδειξη της πόλης και του θαλάσσιου μετώπου, το οποίο κατ’ επέκταση αναμένεται να αυξήσει τον τουρισμό αλλά και τη συγκράτηση πληθυσμού. Οι οικονομικές απαιτήσεις μεγαλόπνοων έργων αναπλάσεων είναι εξαιρετικά υψηλές και για την αντιμετώπιση τους και η κοινωνία θα πρέπει να είναι διατεθειμένη σε αμοιβαίες υποχωρήσεις.

Παρόλα αυτά το παράδειγμα των δράσεων των ομάδων στο κάστρο του Αγ. Αντρέα αποδεικνύει πως και με πολύ μικρότερες επεμβάσεις και χωρίς υπέρογκες επενδύσεις, υπάρχουν χώροι που μπορούν να λειτουργήσουν και να ζωντανέψουν την πόλη ακόμη και σε κτίρια κουφάρια.

Παραπομπές
Δόνος, Δ. (2010), «Παρατηρήσεις για την πολεοδομική εξέλιξη της Πρέβεζας τον 17ο και τον 18ο αι.», στο Καράμπελας, Ν. (επιμ.) Πρέβεζα Β’ , Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, σελ. 435-454
Ρέντζος, Ι., Γιαννούλης, Ν. και Καλλίνικος, Γ. (2005), «Πολιτεία, κοινωνία και αγορά στην Πρέβεζα. Ιστορικός χώρος και ιστορικό κέντρο σε μια μικρή επαρχιακή πόλη, στο: Σαπουνάκη-Δρακάκη», Λ. (επιμ.), Η ελληνική πόλη σε ιστορική προοπτική, Αθήνα, σελ. 96-106
Κανιώρης, Σ., Λαχανά, Ε., Λογοθέτης, Γ. (2009), «Λιμάνι της Πρέβεζας – Προοπτικές ανάπτυκης σε σχέση με τη λειτουργία του παραδοσιακού κέντρου της πόλης – προτάσεις εφαρμογής», ΤΕΕ/ΤΜΗΜΑ ΗΠΕΙΡΟΥ, Πρέβεζα
Κωνσταντάκη, Α. (2010), «Η πόλη της Πρέβεζας από τα τέλη του 11ου έως τις αρχές του 20ού αι.», στο Καράμπελας, Ν. (επιμ.) Πρέβεζα Β’ , Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων σελ. 3-18
Μαμαλούκος, Σ. (1994), «Η πολεοδομική εξέλιξη και η αρχιτεκτονική της Πρέβεζας», στο Καράμπελας, Ν. και Μαμαλούκος Σ. (επιμ.), Νικόπολις – Πρέβεζα, Πρέβεζα
Μπελαβίλας, Ν., et al (2010), «Άξονες αναβάθμισης ιστορικού κέντρου Πρέβεζας, Ερευνητικό πρόγραμμα Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου Α’ & Β’ φάση», Εργαστήρι Αστικού Περιβάλλοντος, Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο
Σαρρή, Ε. (2009), «Ιστορική και πολεοδομική εξέλιξη της Πρέβεζας από το 17ο αιώνα ως τις μέρες μας», Πρεβεζάνικα Χρονικά, 45-46, σελ. 225-281