Search
Close this search box.

Λίμνη Κορώνεια: Μία υπόθεση διαχρονικής περιβαλλοντικής καταστροφής, ανικανότητας και αδιαφορίας

του Φίλιππου Γκανούλη*

Η λίμνη
Koronia1Η ιστορία της Λίμνης Κορώνειας είναι λίγο πολύ γνωστή μιας και αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα περιβαλλοντικά εγκλήματα της Βόρειας Ελλάδας. Η λίμνη σε συνδυασμό με την κοντινή λίμνη Βόλβη, αποτελούν έναν από τους σημαντικότερους ελληνικούς υδροβιότοπους, τον οποίο ουσιαστικά κατέστρεψαν χιλιάδες παράνομες αγροτικές γεωτρήσεις και μόλυναν ανεξέλεγκτα εργοστάσια της περιοχής για πολλές δεκαετίες. Η στάθμη της λίμνης άρχισε να υποχωρεί σταδιακά από τη δεκαετία του 80 και έπειτα μέχρι να φτάσει σε σημείο να αποξηραθεί τελείως τα τελευταία χρόνια, με εξαίρεση το τελευταίο διάστημα, όπου οι αυξημένες βροχοπτώσεις την οδήγησαν να εμφανίσει εκ νέου μία στάθμη δύο μέτρων περίπου δίχως όμως να είναι δυνατόν επιστρέψει η ζωή σε αυτήν.

Τα αίτια
Koronia2Τα κυριότερα αίτια της υποβάθμισης της λίμνης είναι πρωτίστως η μη ορθολογική άσκηση αγροτικών πρακτικών στις παραλίμνιες γεωργικές εκτάσεις, μέσω της υπεράντλησης αρδευτικού ύδατος, και δευτερευόντως οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στον υδρολογικό κύκλο της περιοχής.

Οι παραλίμνιες αγροτικές εκτάσεις συστηματικά εδώ και δεκαετίες αρδεύονται ανεξέλεγκτα από περίπου 2300 παράνομες γεωτρήσεις οι οποίες τροφοδοτούνται από τον υπόγειο υδροφορέα της περιοχής. Η συγκεκριμένη δραστηριότητα οδήγησε στην ραγδαία μείωση της στάθμης της λίμνης αλλά και την ταυτόχρονη ποιοτική της υποβάθμιση μιας και η μείωση του ύδατος οδήγησε σε αυξημένες συγκεντρώσεις ρύπων από τα χρησιμοποιούμενα φυτοφάρμακα και λιπάσματα.

Η βιομηχανία και βιοτεχνία της περιοχής συνέβαλαν και αυτές στην περιβαλλοντική υποβάθμιση της λίμνης μιας και δεν τηρήθηκαν με ευθύνη της διοίκησης της τότε Νομαρχίας οι νομοθετικές διατάξεις και προδιαγραφές σε ότι αφορά τον τρόπο λειτουργίας και εγκατάστασης των μονάδων.

Τα αστικά λύματα των γύρω οικισμών κατέληγαν επί δεκαετίες ανεπεξέργαστα στην λίμνη δημιουργώντας έντονα φαινόμενα ευτροφισμού. Τέλος ο ΧΥΤΑ της Μαυροράχης και η έντονα προβληματική λειτουργία του επιβάρυνε περαιτέρω ποιοτικά τον υδροφόρο ορίζοντα της περιοχής διαμέσου του ποταμού Μπογδάνα αλλά και των ρεμάτων Καβαλαρίου, Κολχικού και Σχολαρίου.

Η παντελής έλλειψη μικρών τεχνικών έργων διευθέτησης των χειμάρρων της περιοχής σε συνδυασμό με τις ανεξέλεγκτες αμμοληψίες και τη γενικότερη υποβάθμιση των εδαφών είχαν ως αποτέλεσμα τη αναδιαμόρφωση της κοίτης των τοπικών χειμάρρων με χαμηλές κλίσεις γεγονός που οδήγησε στην αύξηση της κατείσδυσης και την επόμενη καταστροφή της παρόχθιας βλάστησης.

Η διαχρονική ανικανότητα αντιμετώπισης του προβλήματος
Το 1995 η τότε διοίκηση της Νομαρχίας απευθύνθηκε στο ταμείο συνοχής ώστε να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα της συνεχούς υποχώρησης της λίμνης. Το ταμείο ανέθεσε την σύνταξη της προκαταρτικής μελέτης σε ένα τεχνικό γραφείο από την Δανία. Στην συνέχεια το 1998 η Αγγλική εταιρία συμβούλων Knight Piesold εκπονεί ένα πρώτο σχέδιο (Master Plan 1) περιβαλλοντικής αποκατάστασης της λίμνης με τον φιλόδοξο στόχο της επαναφοράς της στα επίπεδα του 1970. Το εν λόγω σχέδιο πρότεινε την μεταφορά ύδατος από τον ποταμό Αλιάκμονα ή από χείμαρρους που είχαν ως αποδέκτη την λίμνη Βόλβη καθώς και την άντληση νερού από τον βαθύ υδροφορέα της λίμνης. Ακόμη πρότεινε την εξοικονόμηση της κατανάλωσης αρδευτικού ύδατος διαμέσου αναδιάρθρωσης των καλλιεργειών και εκσυγχρονισμού των αρδευτικών πρακτικών. Τέλος προτάθηκε η κατασκευή και λειτουργία εγκαταστάσεων επεξεργασίας λυμάτων των παραποτάμιων οικισμών και των αποβλήτων των τοπικών βιομηχανιών με στόχο την ποιοτική αποκατάσταση των υδάτων της λίμνης. Παρόλο που το σχέδιο εγκρίθηκε από την Νομαρχία Θεσσαλονίκης, δεν προχώρησε η υλοποίηση του μέσω χρηματοδότησης από το ταμείο συνοχής λόγω της μη έγκρισης των μελετών περιβαλλοντικών επιπτώσεων από το τότε ΥΠΕΧΩΔΕ.

Το 2004 η νέα διοίκηση της Νομαρχίας αναθέτει σε ομάδα πανεπιστημιακών του ΑΠΘ και ερευνητών του ΕΘΙΑΓΕ ένα νέο αναθεωρημένο σχέδιο αποκατάστασης της λίμνης (Master Plan 2). Το σχέδιο αυτό περιλαμβάνει δύο μέρη. Το πρώτο αφορά τεχνικά έργα επεξεργασίας αστικών και βιοτεχνικών λυμάτων της περιοχής, έργα δημιουργίας μικρού αναχώματος περιμετρικά της λίμνης, διαμόρφωση υγροτόπου και βαθέων ενδιαιτημάτων και έργα ενωτικής τάφρου με μεταφορά ύδατος από την λίμνη Βόλβη. Το δεύτερο τμήμα του σχεδίου περιλαμβάνει μέτρα για την μείωση της κατανάλωσης ύδατος στην γεωργία της τάξης του 30% με 50%. Καμία χρηματοδότηση δεν προβλέφθηκε για αυτήν την δεύτερη δέσμη μέτρων καθιστώντας τα πρακτικά ανεφάρμοστα.

Το σχέδιο φάνηκε να έχει βασικά θέματα στη φιλοσοφία του, καθώς αντιμετωπίζει ένα οικολογικό πρόβλημα σχεδόν αποκλειστικά με τεχνικά έργα και δευτερευόντως με την αλλαγή του γεωργικού μοντέλου της υδροβόρας και χημικοσυντηρούμενης γεωργίας και την παύση της ρύπανσης από βιομηχανικά απόβλητα, αστικά λύματα και γεωργικά απόβλητα.

Η διοίκηση της Νομαρχίας και της μετέπειτα περιφέρειας αποδείχθηκε παντελώς ανεπαρκής σε ότι αφορά την εκτέλεση των προβλεπόμενων έργων και η ολιγωρία της οδήγησε στην καταδίκη της χώρας μας από το Ευρωπαϊκό δικαστήριο το 2013. Τέλος έναν μήνα μετά ακολούθησε η καταδίκη του τότε περιφερειάρχη Ψωμιάδη από την ελληνική δικαιοσύνη σε ποινή φυλάκισης 15 μηνών για παράβαση καθήκοντος κατ΄ εξακολούθηση.

Σήμερα από ένα σύνολο 12 προβλεπόμενων από το σχέδιο έργων απομένουν να ολοκληρωθούν ακόμη τα έξι, ενώ η χρηματοδότηση λήγει στο τέλος του 2015 και ως  «έργα – γέφυρα» είναι πολύ δύσκολο να ενταχθούν στο νέο ΕΣΠΑ.

Τι μέλλει γενέσθαι
Το διαχρονικό αποτέλεσμα όλων των παραπάνω δεν μπορεί να αμφισβητηθεί. Η δαπάνη εκατομμυρίων Ευρώ σε μελέτες και ημιτελή έργα κατά την περίοδο των τελευταίων 20 ετών οδήγησε στην ολική αποξήρανση ενός πολύ μεγάλου προστατευόμενου ευρωπαϊκά υδροβιότοπου. Οι ενέργειες των εμπλεκόμενων φορέων αποτελούν μνημείο του μικροκομματικού τρόπου αντιμετώπισης των περιβαλλοντικών προβλημάτων στην χώρα μας. Η διαχρονική άρνηση αντιμετώπισης της ρίζας του προβλήματος με κύριο άξονα μέτρα διαχειριστικού χαρακτήρα και η πεποίθηση πως τα τεχνικά έργα από μόνα τους μπορούν να θεραπεύσουν την πολιτική υπεκφυγή και την διοικητική ανικανότητα στέρησε από την Κεντρική Μακεδονία και την Θεσσαλονίκη μία παραγωγική λίμνη και ένα χρήσιμο οικοσύστημα.
Η Ελληνική πολιτεία πρέπει επιτέλους να αντιμετωπίσει δραστικά το πρόβλημα της λίμνης Κορώνειας και να μην το αφήσει ως μια διαρκή δαπανηρή εκκρεμότητα. Οι εμπλεκόμενοι φορείς πρέπει με αποφασιστικότητα πια να προχωρήσουν σε σημαντικές αλλαγές σε ότι αφορά τον σχεδιασμό με μία εντελώς διαφορετική φιλοσοφία προσέγγισης του προβλήματος, εστιασμένη περισσότερο στην αντιμετώπιση των αιτίων, αξιοποιώντας την υπάρχουσα εμπειρία και μακριά από κάθε είδους μικροκομματική λογική. Εάν όλα αυτά δεν γίνουν ούτε αυτήν την φορά, τότε είναι βέβαιο πως οι μελλοντικές γενιές θα αναφέρονται στην Κορώνεια ως το απόλυτο παράδειγμα πολιτικής αδιαφορίας, ανικανότητας και πλήρους περιβαλλοντικής καταστροφής.

*Ο Φίλιππος Γκανούλης είναι Πολιτικός μηχανικός και μέλος της μόνιμης επιτροπής περιβάλλοντος και ενέργειας του ΤΕΕ/ΤΚΜ