Search
Close this search box.

Θεσσαλονίκη 2016 – 2025

του Νίκου Κομνηνού*

Η Θεσσαλονίκη συνήθισε να ζει με μυθολογίες αστικής ανάπτυξης και σχεδιασμού: «μητρόπολη των Βαλκανίων» και αφετηρία προς το «Βαλκανικό ελντοράντο» στη δεκαετία του 1990, «πόλη καινοτομίας» στη δεκαετία του 2000, πάρκο πληροφορικής «Τεχνόπολη» σχεδόν άδειο οικόπεδο, «Τεχνολογικό Πάρκο» που δεν τελεσφόρησε, αλλά και παλαιότερους μύθους, «κηπούπολη» στα προάστια του σχεδίου Hébrard εκεί όπου αργότερα κτίσθηκαν τα αυθαίρετα, «πόλη μυστικών σχεδιασμών» και γραμμικής νέας παραλίας για τις αποβατικές ανάγκες του ΝΑΤΟ, και πιο σύγχρονους μύθους, «πόλη της μουσικής» με δύο άδεια Μέγαρα Μουσικής και Μουσείο Τεχνολογίας που δεν μπορεί να συντηρήσει, προσδοκιών για αμφιλεγόμενες υποδομές όπως η υποθαλάσσια και η ζεύξη του Θερμαϊκού. Η κρίση που διαρκεί για περισσότερο από 6 χρόνια και απαξίωσε μεγάλο τμήμα του παραγωγικού δυναμικού της Θεσσαλονίκης δείχνει ότι η κοινωνία και ηγεσία της πόλης πρέπει να δουν με ρεαλισμό τις δυνατότητες ανασυγκρότησης της και να αξιοποιήσουν τις ελάχιστες ευκαιρίες που σήμερα προσφέρονται.

Παρά τους μύθους, έγιναν σημαντικά έργα που άλλαξαν το χαρακτήρα και την εικόνα της πόλης: στις μεταφορές, η εσωτερική και εξωτερική περιφερειακή, η επέκταση του αεροδρομίου, το μετρό που είναι σε εξέλιξη, στην έρευνα το ΕΚΕΤΑ και το νέο ερευνητικό κέντρο του ΑΠΘ στη Θέρμη, η ανάπλαση του εμπορικού κέντρου στα Λαδάδικα, της πρώτης προβλήτας και της αρχαίας αγοράς, η ανάπλαση της νέας παραλίας, το νέο δημαρχείο. Τα έργα αυτά, δημόσιου χαρακτήρα κυρίως, άλλαξαν τη φυσιογνωμία της πόλης, αλλά δεν άλλαξαν τη θέσή της στην ιεραρχία των πόλεων και το ρόλο της στο εσωτερικό της χώρας και διεθνώς. Δεν σηματοδοτούν παρεμβάσεις που μετασχημάτισαν ουσιαστικά την πόλη και έφεραν νέο πληθυσμό και δραστηριότητες, όπως η ανάπτυξη της βιομηχανίας στη δεκαετία του 1960, και αργότερα του υπερτοπικού εμπορίου, του τουρισμού και των υπηρεσιών εκπαίδευσης και υγείας, που προήλθαν από τον ιδιωτικό τομέα. Ακόμη και στις καλύτερες μέρες της Θεσσαλονίκης, ο δημόσιος τομέας δεν μπόρεσε να συμβάλλει  καταλυτικά στην ανάπτυξή της, και ο σχεδιασμός της πόλης υπήρξε ρυθμιστικός – εκ των υστέρων – και ουδέποτε καθοδηγητικός και στρατηγικός. Η στροφή στις μυθολογίες και σε έργα προβολής ήταν διέξοδος σ’αυτήν την αδυναμία.

 

Προοπτικές στο άμεσο μέλλον

Η κρίση μετά το 2009 επιβεβαίωσε την υστέρηση του δημόσιου τομέα και έκανε πλήρως φανερή τη συμβολή του στη δημιουργία του χρέους και των ελλειμμάτων. Αλλά οι κρίσεις είναι συστατικό της λειτουργίας της αγοράς ως περιοδικός μηχανισμός δημιουργίας νέας ισορροπίας. Περισσότερο από κάθε κρίση, που αργά ή γρήγορα θα συμβεί, σημασία έχει ο τρόπος που οργανώνεται η διέξοδος από αυτή, καθώς αυτός προσδιορίζει τον χαρακτήρα της περιόδου που ακολουθεί. Αυτό που έγινε στη Θεσσαλονίκη στην περίοδο 2009-2016 προσδιορίζει την δεκαετία που είναι μπροστά μας. Κύρια μεταβολή μετά το 2009 είναι η εμπέδωση συνθηκών ανταγωνιστικότητας και ανάπτυξης που βασίζεται στο χαμηλό κόστος εργασίας.

Η δεκαετία 2016-2025 θα είναι για τη Θεσσαλονίκη δεκαετία ανάπτυξης που θα βασίζεται στη φθηνή εργασία. Μια μορφή ανάπτυξης ασιατικού τύπου ή περιφερειών της ανατολικής Ευρώπης της δεκαετίας του 1990, με έντονο δυισμό και ανισότητες. Ορισμένοι θύλακες εξωστρεφών δραστηριοτήτων έντασης τεχνολογίας θα εξασφαλίζουν καλύτερα επίπεδα αμοιβών και εργασίας, ενώ όσες δραστηριότητες απευθύνονται στην εσωτερική αγορά θα εξελιχθούν σε sweatshops έντασης εργασίας. Με πλήρωση των θέσεων εργασίας στους εξωστρεφείς κλάδους, πολλοί νέοι με υψηλή μόρφωση και ικανότητες θα αναζητήσουν ευκαιρίες απασχόλησης στην ενιαία ευρωπαϊκή αγορά. Ο δυισμός θα εντείνει τις ανισότητες, την υποβάθμιση περιοχών της πόλης, θα εντείνει τα προβλήματα ασφάλειας και υποβάθμισης του δημόσιου χώρου.

 

Ανασυγκρότηση παραγωγικών συνοικιών

Διέξοδος από αυτό το δυστοπικό μέλλον βρίσκεται στην ανασυγκρότηση των παραγωγικών συνοικιών της πόλης για εξωστρεφή μεταποίηση, εμπόριο, εκπαίδευση, και άλλες υπηρεσίες. Αλλά καθώς η πόλη διαπαιδαγωγήθηκε με μυθολογίες δεν μπορεί να αναγνωρίσει ότι βασική της αδυναμία είναι η υποβάθμιση του παραγωγικού δυναμικού. Δεν μπορεί επίσης να αναγνωρίσει ευκαιρίες που προσφέρονται, ακόμη και στη σημερινή δυσμενή συγκυρία. Δεν έγινε κατανοητό, για παράδειγμα, ότι άμεσα διαθέσιμοι πόροι επενδύσεων είναι αυτοί του ΕΣΠΑ, οι οποίοι όμως δεσμεύονται από συγκεκριμένους κανονισμούς. Ότι η διαμόρφωση πολιτικών «έξυπνης εξειδίκευσης» και σχεδίων για ψηφιακές υποδομές και υπηρεσίες είναι «αρχικές προϋποθέσεις» και εφόσον δεν πληρούνται, οι πόροι των διαρθρωτικών ταμείων (ΕΤΠΑ, ΕΚΤ, ΑΓΡΟ) δεν αποδεσμεύονται. Η ελληνική δημόσια διοίκηση, κεντρική και περιφερειακή, δεν κατάφερε να ολοκληρώσει τα παραπάνω σχέδια, από το 2012 που ξεκίνησε η προετοιμασία, όχι γιατί δεν είχε την ικανότητα να το κάνει, αλλά γιατί δεν αποδέχεται τη βασική αρχή της «εκ των κάτω» διαμόρφωσης τους και της προτεραιότητας της κοινωνίας έναντι του κράτους στο σχεδιασμό, που αποτελούν συστατικά των «αρχικών προϋποθέσεων».

Μερικές παραγωγικές συνοικίες της Θεσσαλονίκης
Μερικές παραγωγικές συνοικίες της Θεσσαλονίκης

Για τη Θεσσαλονίκη έγιναν επιλογές σχεδιασμού που περιορίζουν ακόμη περισσότερο τους διαθέσιμους πόρους και την ικανότητα αποκεντρωμένης διαχείρισης. Για παράδειγμα, οι κλάδοι προτεραιότητας για δημόσιες ενισχύσεις που επιλέχθηκαν στο ΕΣΠΑ 2014-2020 (τρόφιμα, οικοδομικά υλικά, κλωστοϋφαντουργία, τουρισμός) είναι όλοι παραδοσιακοί κλάδοι χαμηλής παραγωγικότητας, ενώ απουσιάζουν ενισχύσεις σε πιο σύγχρονες δραστηριότητες έντασης τεχνολογίας που θα μπορούσαν να συγκρατήσουν τη νεανική μετανάστευση. Καθώς η επιλογή αυτή ταυτίζεται σε τρεις από τους οκτώ τομείς ενισχύσεων εθνικής προτεραιότητας, θα χρηματοδοτηθεί μόνο από περιφερειακούς και όχι εθνικούς πόρους. Δεν έχει αιτιολογηθεί επίσης η συγκριτικά χαμηλή δημόσια επένδυση για παραγωγική ανασυγκρότηση (περίπου 15% του περιφερειακού προγράμματος) σε σχέση με επενδύσεις σε υποδομές και έργα ποιότητας ζωής. Ακόμη και μετά την υπό αίρεση έγκριση των κατευθύνσεων της έξυπνης εξειδίκευσης από την Γ.Δ. Περιφερειακής Πολιτικής, οι θεσμοί διοίκησής της δεν έχουν προσδιορισθεί, ούτε το σύστημα παρακολούθησης και αξιολόγησης, ούτε έχουν ανακοινωθεί δράσεις για τις οποίες υπάρχει ενδιαφέρον συγχρηματοδότησης από τον ιδιωτικό τομέα.

Στη σημερινή συγκυρία της κρίσης, η Θεσσαλονίκη και όσοι τυπικά και άτυπα την διοικούν, κάνει επιλογές που προσδιορίζονται από την ισχύ παρά την αποτελεσματικότητα. Δεν ακολουθεί πρακτικές αναδιάρθρωσης που εξασφάλισαν σε άλλες πόλεις ισχυρή παρουσία παγκόσμια. Καθώς η διαδοχή περιόδων κρίσης και ανάπτυξης είναι αέναη, κάθε πόλη μπορεί να ανασυγκροτήσει τις παραγωγικές της συνοικίες μετά από μια περίοδο κρίσης με κατάλληλες πολιτικές. Αυτός είναι κεντρικός στόχος της σύγχρονης αστικής και περιφερειακής πολιτικής, αλλά η επίτευξή του προϋποθέτει περισσότερο από δρόμους και υποδομές να ‘ανοίξουν’ οι αντιλήψεις και ο ορίζοντας της λήψης αποφάσεων.

map* Ο Νίκος Κομνηνός είναι καθηγητής στον Τομέα Πολεοδομίας, Χωροταξίας και Περιφερειακής Ανάπτυξης του ΑΠΘ και διευθυντής της Ερευνητικής Μονάδας Αστικής και Περιφερειακής Καινοτομίας.